Tuesday, April 22, 2008

Θρησκεία και Εκκλησία

Δεν είμαι πολέμιος της Εκκλησίας. Δεν ανήκω στην ομάδα εκείνων που θέλουν να καταργήσουν τις θρησκείες. Δεν επιθυμώ να καταστρέψω ναούς, ούτε παροτρύνω κανέναν να μην τους επισκέπτεται. Δεν έχω πρόβλημα με καμμία θρησκεία, ούτε βέβαια με την Ορθοδοξία. Δεν θεωρώ γελοίο ή αντιπνευματικό να νοιώθει κάποιος την ανάγκη να εξωτερικεύσει την ελπίδα του στη θρησκεία, να έχει μεταφυσικές ανησυχίες. Δεν θεωρώ σκοταδιστές όλους αυτούς που ανήκουν ενεργά σε μια εκκλησία. Δεν κατηγορώ εικόνες, σύμβολα, και κείμενα. Θεωρώ πως πολύ άνθρωποι στρέφονται στη θρησκεία γιατί εκεί νοιώθουν όμορφα. Δεν με ενοχλεί καθόλου.

Θεωρώ πως η θρησκευτικότητα είναι μια εσωτερική ανάγκη πολλών ανθρώπου να αναζητήσουν τον θάνατο πέρα απο τις διανοητικές τους διαστάσεις. Να αισθανθούν την ψευδαίσθηση πως δεν θα πεθάνουν ποτέ, πως κάτι στο υπερπέραν θα τους κρατήσει αθάνατους. Να συλλάβουν και να δουν πέρα απο τις φυσικές τους δυνατότητες, να κρατηθούν απο ιδέες μετα-φυσικές, να βρούν νόημα στο ερώτημα της ύπαρξης.

Για μένα η θρησκεία που πασάρεται μέσα απο την οργανωμένη Εκκλησία, είναι πρωταρχικά ένα σύστημα ηθικής. Εχει συγκεκριμένα βιβλία για αναφορά (Βίβλο, Διαθήκες), που περιέχουν ιστορίες με ηθικά κατ’ εξοχήν διδάγματα. Το περιεχόμενο των βιβλίων αυτών, πολλοί το παίρνουν κυριολεκτικά, και αγωνίζονται να το αποδείξουν. Εγώ το βλέπω συμβολικά, και δεν προσπαθώ να αποδείξω τίποτα. Ως εκ τούτου, δεν βλέπω τίποτα το παράλογο στα περιεχόμενα, αντιθέτως θεωρώ πως έχουν χρήσιμες και ωραίες ιστορίες αγάπης, αλληλοσεβασμού, αυτοθυσίας, καθώς και προτροπές για αλτρουισμό και συγκατάβαση.

Τα Θαύματα, η Δημιουργία του Κόσμου, η Μετενσάρκωνση, η Ανάσταση, κλπ, είναι για μένα συμβολισμοί. Τους εξηγώ όπως θέλω εγώ, όπως με ικανοποιούν λογοτεχνικά και συμβολικά. Γιατί σαν λογοτεχνικό βιβλίο (πέραν της Ηθικής), η Βίβλος είναι ένα πολύ καλό σύγγραμμα. Συνυπάρχει στην φιλοσοφική και ηθική λογοτεχνική βιβλιογραφία, με άλλα ωραία συμβολικά βιβλία για τον Βούδα, τον Μωάμεθ, καθώς και βιβλία του Αγιου Αυγουστίνου, Αριστοτέλη, κλπ.

Θεωρώ πως αν δεν υπήρχε Βίβλος και οργανωμένη Εκκλησία, πάλι θα ζούσαμε με κάποιο σύστημα ηθικής. Οι δέκα εντολές, για παράδειγμα, θα υπήρχαν και χωρίς τον Χριστιανισμό. Είναι βασικές αρχές σεβασμού προς τους άλλους, απαραίτητα στοιχεία και προυποθέσεις θετικής συνύπαρξης ανθρώπων. Δεν ξέρω καμμία κοινωνία που το Κλέβειν ή το Φονεύειν θεωρείται αποδεκτό. Τουτέστιν, κατέληξα, θα μπορούσαμε άνετα να ζήσουμε και χωρίς οργανωμένη θρησκεία. Η Φιλοσοφία θα καταλάμβανε τη θέση της.

Κατανοώ επίσης πως καμμία θεωρία δεν είναι τέλεια, και δεν μπορεί να καλύψει τα πάντα. Ενώ η Φιλοσοφία μπορεί να καλύψει κάποιες εσωτερικές ανάγκες, άλλες δραστηριότητες ανθρώπινες, χρειάζονται άλλο πρίσμα ερμηνείας. Πέρα απο τα ηθικά συστήματα, δημιουργήσαμε και συστήματα οικονομικά, εμπορικά, νομικά. Κάθε σύστημα, κατα τη γνώμη μου, απαιτεί και το δικό του πλαίσιο ερμηνείας. Δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω τη θρησκεία για να κατανοήσω ένα εμπορικό και τραπεζικό σύστημα. Ούτε για να περιγράψω και να σχεδιάσω σύστήματα πληροφορικής. Γι’ αυτό το λόγο, δεν θεωρώ πως η θρησκεία μπορεί να υπάρξει έξω απο κάποιο προσωπικό πλαίσιο αναφοράς, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για όλες τις καθημερινές μας ανάγκες και ερμηνείες. Δεν μπορεί δηλαδή να γίνει οδηγός και τρόπος ζωής για όλες μας τις δραστηριότητες. Κάτι τέτοιο έχουν επιχειρήσει νοητά οι Μουσουλμάνοι, και έχουν ως εκ τούτου βρακυκυκλωθεί παντελώς.

Και επειδή βλέπω τη θρησκεία εντελώς λογοτεχνικά και συμβολικά, βρίσκομαι σε πλήρη διάσταση με εκείνους που θέλουν να μου επιβάλουν τη δική τους ερμηνεία. Τύποι Ανθιμου, Μπίν Λάντεν, και Πάτ Ροβερτσον, δεν μου πάνε στο χαρακτήρα. Στις επισκέψεις μου στην εκκλησία, απολαμβάνω απόλυτα το κείμενο του λόγου (σαν γλωσσικό λογοτέχνημα), τη μυρωδιά του λιβανιού (σαν φυσικό στοιχείο με συμβολισμό), τη θρησκευτική κατάνιξη (σαν φιλοσοφική έννοια και τελετουργία), τους βυζαντινούς ψαλμούς (σαν μουσικό δημιούργημα). Ικανοποιούμαι δηλαδή ποιητικά, λογοτεχνικά, φωτογραφικά, φιλοσοφικά και λαογραφικά. Τα υπόλοιπα μου περισσεύουν.

Πιστεύω πως και η Εκκλησία έχει ενα ρόλο να παίξει, κυρίως κοινωνικό. Στην Αμερική, η Καθολική Εκκλησία έχτισε χιλιάδες σχολεία για να προλάβει την κατάρρευση της μέσης εκπαίδευσης που σήμερα είναι πραγματικότητα. Στη Λατινική Αμερική, η εκκλησία έχει παράγει πολλών ειδών ιδεολογίες, απο επαναστατικές μέχρι πλήρως αλτρουιστικές. Εχει σώσει χιλιάδες παιδιά του δρόμου. Είναι απορίας άξιον γιατί η Καθολική εκκλησία δεν έχει ακόμα αποφασίσει να εγκαταλείψει την ευρωκεντρική της νοοτροπία, και να αναδείξει έναν λατινοαμερικάνο Πάπα.

Γιατί πέρα απο τα τελετουργικά που είναι ποιητικά και ωραία, ο πραγματικός ρόλος της εκκλησίας είναι στο δρόμο. Στο γκέτο με τους μετανάστες, τις κακοποιημένες γυναίκες και παιδιά, τους ναρκομανείς του δρόμου, τους εγκατελειμένους και ασθενείς. Ο ρόλος της εκκλησίας είναι η κοινωνική παρουσία, η δημιουργία υποδομών που κανείς δεν έχει συμφέρον να χρηματοδοτήσει, η παραγωγή ιδεολογίας βοήθειας και υποστήριξης συνανθρώπων. Και αυτό μπορεί να γίνει χωρίς θρησκευτικό μήνυμα, χωρίς τους γραφικούς της τηλεόρασης που τσακώνονται για το πώς ανάβει το κερί το Αγιο Πνεύμα, πια ακριβώς ημερομηνία θα κάνει ο Θεός τη Δευτέρα Παρουσία, και απο που ακριβώς εκπορεύεται το οιοδήποτε πνεύμα. Χωρίς τους πολιτικάντηδες τύπου Χριστόδουλου, Ανθιμου και Αμβρόσιου που ζούν αποκομμένοι απο τις κοινωνικές ανάγκες της καθημερινής ζωής, εγκλωβισμένοι γλωσσικά, παρουσιαστικά και ιδεολογικά σε άλλον αίώνα.

Ζούμε σε μια ιστορική περίοδο που τα πάντα διεθνοποιούνται. Είναι ενα περιβάλλον στο οποίο επενδύσεις, επιστήμες και ιδέες κινούνται γρήγορα σε διεθνές επίπεδο. Αυτό προσωπικά μου αρέσει. Το θεωρώ μια μή αντιστρέψιμη πραγματικότητα, τους κραδασμούς της οποίας προσπαθώ να αφομοιώσω θετικά. Τα προβλήματα των ανθρώπων είναι πλέον διεθνή, και μέσα απο αυτό το πλαίσιο πρέπει να γίνει και η αντιμετώπισή τους. Και η εκκλησία καλείται τώρα να δώσει δυναμική παρουσία στις νέες ανάγκες τις εποχής. Να παράγει επαναστάτες και κοινωνικό έργο. Να αποδείξει πως μπορεί να συνεισφέρει σε λύσεις. Εδώ και τώρα.

Φίλοι μπλόγγερς,
Καλό θρησκευτικό, συμβολικό και ποιητικό Πάσχα.

Locus Publicus

Sunday, April 20, 2008

Μεσολόγγι

Aνταποκρινόμενος στην πρόσκληση της blogger ria για την ανάρτηση μιας εικόνας και ενός ποιήματος, (και με μια μικρή διαφοροποίηση), επέλεξα σήμερα, ημέρα των Βαίων, έναν συγλονιστικό σε συμβολισμό πίνακα του Delacroix για την έξοδο του Μεσολογγίου. O πίνακας απεικονίζει την ψυχή των Ελλήνων να στέκει και να απορεί, μέσα στα ερείπια της πόλης του Μεσολογγίου, τόπου θυσίας και τάμα όλων των ξεσηκωμένων που χάθηκαν στο βωμό της ελευθερίας.

Eugene Delacroix "Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου", 1826, μουσείο Μπορντώ, Γαλλία.

Το ποίημα που ακολουθεί είναι δικό μου. Ωδή ερασιτέχνη, σε μια ευχάριστη παιδική ανάμνηση που διαρκεί ακόμα. Είναι βασισμένο στα παιδικά μου χρόνια, όταν την Κυριακή των Βαίων, πήγαινα με την οικογένειά μου στο όμορφο Μεσολόγγι, επίσκεψη τιμής στον ιστορικό του θρύλο. Και εκεί, στο τούρκικο χαμόσπιτο της θειάς μου, αναμεσής στης πόλης τα καλντερίμια, με τους ήχους του Αγίου Παντελεήμονα για υπόκρουση, με ζώναν οι ντόπιοι με πυκνές φρεσκοσιδερομένες φουστανέλες και φυσεκλίκια βαριά και χειροποίητα, με τσαρούχια πολύχρωμα και ασημένια αρματωλίκια. Χάζευα τους μεγαλύτερους με τις απίθανα όμορφες φορεσιές της επανάστασης, τις καλτσωδέτες με τις πλάγιες φούντες, τις αρματωσιές, τα βελούδινα φέσια.

Και εκεί, στη πόλη του Μεσολογγίου, αγάπη μου παιδική και αιώνια, γινόταν η μόνη παρέλαση που η μουσική της ήταν γραμμένη σε κλίμακα μινόρε, χωρίς έπαρση, μα με θλίψη και μελαγχολία. Στον Κήπο των Ηρώων, το κεντρικό πάρκο του Μεσολογγιού, μέσα στο καλοδιατηρημένο φρούριο με τα κανόνια, παιδιά που γνώριζα και θαύμαζα, έπαιζαν το ρόλο των Ελεύθερων Πολιορκημένων. Υπέρτατη τιμή, μέσα σε θρήνους, κλάψες και στριγγλιές, το τελικό μπουρλότο του Καψάλη, και εκείνος που θα τον υποδύονταν.

Μεσολόγγι

Σ’ αυτού του κόσμου τα πολλά, στίς έγνοιες και συμβάντα
μές σε μεγάλα και μικρά, και σε συνηθισμένα,
μέσα στίς πίκρες της ζωής και στις χαρές που σπάνουν,
εμένα μούλαχε μικρός κάτι σπουδαίο να ζήσω
κάτι, που μια συγκίνηση με έκανε να νοιώσω
Μια παιδική μου ανάμνηση, που θάθελα να σώσω.

Μια Κυριακή της ανοιξης, τη μέρα των Βαίων
μαζί με φίλους και γνωστούς, πρόσωπα αγαπημένα,
μαζί με φώνες και χαρές και δώρα συγγενών μου,
κατέβαινα μικρό παιδί σ’ ένα αρχοντοχώρι
στην άκρια της θάλασσας που μύριζε αρμύρα
πούχε μια φήμη τραγική, στη θλιβερή του μοίρα.

Μες στα στενά σοκάκια του, τα τουρκοπατημένα,
και στο μεγάλο πάρκο του, τον Κήπο των Ηρώων,
στον Αγιο Σπυρίδωνα, της πόλης τον Προστάτη,
‘ρχόνταν τη μέρα των Βαγιών του Κράτους μας οι μέγοι
σ’ ευλαβικό προσκύνημα σκυφτά να προσκυνήσουν,
κάποιους νεκρούς της λευτεριάς πού θέλαν να τιμήσουν.

Για κάποια μέρα του Βαγιού, στα χρόνια της ορφάνιας,
ζήτησαν κάποιοι υπόδουλοι μια λευτεριά να νοιώσουν.
Τη γλώσσα που τους έλαχε θέλανε να μιλάνε,
και το δικό τους το Θεό, τις γράφες τις δικές τους
ζητούσαν να αναστήσουνε και να νομοθετήσουν,
σε κράτος λεύτερο, μικρό, μονάχοι τους να ζήσουν.

Μα πώς αυτά να γίνουνε που ο Κόσμος δεν τα θέλει,
πούναι βαριά τα συνορα με Αυτοκρατορίες,
κράτη μεγάλα και ισχυρά που ισορροπία ζητάνε,
ξεσηκωμούς δεν θέλουνε, στρατούς χρηματοδώνε,
που υπηκόους υπάκουους θένε να συντηρούνε,
στ’ όνομα της συνύπαρξης και της Οικονομίας,
κάθε ξεσήκωμα φωτιά, πρόβλημα ηρεμίας.

Μα κείνοι ξεσηκώθηκαν και κλείστηκαν στη πόλη,
σήκωσαν τη σημαία τους, τα λάβαρα της δόξας,
και φώναξαν πως λεύτεροι θα ζούν ή θα πεθάνουν,
έτοιμοι είναι να χαθούν αν δεν το καταφέρουν
γιατί η ζωή του υπόδουλου αξία καμμιά δεν πιάνει,
κάλλιο το θάνατο να δούν, τόση ζωή τους φτάνει.

Κάλλιο να αυτοπυρπολυθούν να πάνε στο Θεό τους,
καλλιο να ματωπέσουνε στις έξοδου τις πύλες,
με τα παιδιά τους να χαθούν, αμα χαθεί η μάχη,
κάτω απο πέτρες να χωθουν, τον τάφο τους να βρούνε.
Γιατί ετούτη τη στιγμή, ένα η Ψυχή ζητάει,
Ελευθερία ή Θάνατο, μονάχα αυτό μετράει.

Mέσα σε σκόνες και καπνούς, μές σε φωτιές και θάμπη,
μέσα σε παιδικές κραυγές, που αντήχουν τρομαγμένες,
μέσα σε θρήνους και λυγμούς και προσευχές και σταύρους,
στην μυρωδιά της αρμυριάς, της φτώχιας, και της πείνας,
με τα παιδιά στην αγκαλιά, με πρόσωπα λειωμένα,
σμίχτηκαν κι αγκαλιάστηκαν με χέρια ενωμένα.

Κι΄ήρθε η μεγάλη η στιγμή που ο θάνατος σε βλέπει,
που απέναντί σου είναι ο εχθρός για να σε τελειώσει,
που το παιδί σου άρπαζε, και πλήγωνε και σφάζει,
το παιδικό του το κορμί και τη μικρή καρδιά του,
το τρυφερούδι της ζωής που ξύπνησε γελώντας,
σαν ψάρι ξεκοιλιάζεται και πέφτει σπαρταρώντας.

Κι ακούστηκε η ματωσιά, το αίμα των χαμένων,
σαν κανονιά και προσβολή μες στον πολιτισμό μας.
Οι λίγοι που νοιαστήκανε, αρχίσαν να φωνάζουν,
πιάσαν οι λόγιοι τα χαρτιά, οι ζωγράφοι του καμβάδες,
γιατί ακούσαν τη κραυγή, τον ταπεινό ψαλμό,
και κέρδισε ο Αγώνας τους παντού το θαυμασμό.

Κι εγώ, μικρός προσκυνητής, στη πόλη της αρμύρας,
παιδί της λιμνοθάλασσας, που μούτυχε να ζήσω,
με φυσεκλίκια ασήμενα και φουστανέλα θώρια,
με καλτσωδέτες κεντητές, κι αρματωσιές μεγάλες,
Καμάρωνα και βρόνταγα της προίκας μου τα κάλη
στη σιωπηλή παρέλαση, που οι φίλοι μ’ είχαν βάλει.

Ας μείνει τούτη η ανάμνηση στο βάθος του μυαλού μου,
η ευτυχία του παιδιού, η αγνότητα της νιότης,
ο θαυμασμός για τις στολές, οι όμορφες κοπέλλες,
ο θρήνος και ο αλλοδαρμός, Η Ωρα της Εξόδου.
Στιγμή Θανάτου και σφαγής, κι’ Ανάστασης μεγάλης,
κι’ ο κρότος της πυρπόλησης, ο γέρος ο Καψάλης.

----------------------------------------------------------------------------
Χρόνια αργότερα, ώριμος πιά, στην αριστουργηματική εκκλησία του Westminster Abbey, στο Λονδίνο, aνάμεσα σε σοφούς, βασιλιάδες και ευγενείς της Μεγάλης Βρετανίας, δίπλα στον Isaac Newton, αντίκρυσα τον τάφο και την τιμητική ταφόπλακα του Λόρδου Βύρωνα που παράτησε την άνετη αριστοκρατική ζωή του για να πεθάνει τσακισμένος απο τις αρρώστιες στην ηλικία των 36 ετών, στις 19 Απριλίου του 1824, στο φτωχό ξεσηκωμένο θαλασσοχώρι της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου. Αίσθάνθηκα μεγάλη και ειλικρινή τιμή για την αυτοθυσία του.
----------------------------------------------------------------------------
20 Aπριλίου 2008
Κυριακή των Βαίων
Επέτειος της Ιστορικής Εξόδου του Μεσολογγίου

Locus Publicus

Monday, April 14, 2008

Αφέντη μου και Κύρη μου

Ανοιξε το παράθυρο για να δεί το φώς της ημέρας. Χύθηκε στο σπίτι ο ήλιος και οι μυρωδιές της άνοιξης. Ο κήπος με τις τριανταφυλλιές, τις πορτοκαλιές, τα γιασεμιά. Η στενή οδός με τα τα όμορφα φαναράκια και το πλακόστρωτο πεζοδρόμιο. Ηταν ένα απο τα πιό όμορφα σπίτια στο χωριό, φτιαγμένο απο πέτρα και ξύλο. Ενα ψηλοτάβανο νεοκλασσικό, έργο του δαιμόνιου πατέρα του, του υφασματέμπορα. Σ’ αυτό μεγάλωσε, στην οδό Μπότσαρη. Απέναντί του ο Αη Γιώργης, μεγαλοπρεπές βυζαντινό κατασκεύασμα με δύο καμπαναριά. Και στην κορφή του γαλάζιου τρούλου, μια φωλιά με πελαργούς. Δύο νεογέννητα και η πελαργίνα. Θα μείνουν εκεί μέχρι να μάθουν να πετάνε. Χτυπάνε τώρα τα αδύναμα φτερά τους και ετοιμάζονται για την μεγάλη πτήση. Η πελαργίνα πηγαινοέρχεται φέρνοντας φαγητό. Η καμπάνα χτυπά. Είναι η ώρα της δοξολογίας.

Αρμάθα στην ντουλάπα τα κουστούμια, τα καλοσιδερωμένα πουκάμισα, τα γυαλισμένα παπούτσια. Θέλει σκέψη το ντύσιμο της μέρας. Προτιμάει τα ανοιχτόχρωμα κουστούμια με τις μονόχρωμες γραβάτες. Και τη ρεπούμπλικα. Ο κόσμος τον ξέρει πάντα καλοντυμένο, αφεντικό και νοικοκύρη, σοβαρό, δίκαιο και βλοσυρό. Και εκείνος, δέχεται τους χωρικούς στο σπίτι, στο ειδικό δωμάτιο με τα ασημικά και το τζάκι, τα γαλλικά φωτιστικά και τα αρμένικα χαλιά. Τους ακούει, τους συμβουλεύει, τους κάνει χάρες. Φωνές, τρεχαλητά ακούγονται στο κάτω μέρος του σπιτιού. Θα είναι ο Μπαρχαμπάς, ο ιδιαίτερος του σπιτιού. Είναι κανονισμένος νάναι εκεί κάθε πρωί στις 10. Και η Ανθή, η γυναίκα που καθαρίζει το σπίτι, μαγειρεύει για τα παιδιά και τακτοποιεί το νοικοκυριό.

Μεγάλο τούτο το σπίτι, χωράει τόσα παιδιά και υπηρέτες. Τα υπνοδωμάτια στον δεύτερο όροφο, βιβλιοθήκη και σαλόνι στον πρώτο, το ειδικό δωμάτιο για τις επισκέψεις. Το γραφείο του. Στο πίσω μέρος του σπιτιού η κουζίνα, το δωματιάκι με τα μπαχαρικά, το λάδι και τα κρασιά, χώρια ο ασβεστωμένος φούρνος για το ψωμί. Η Ανθή του μιλάει για τις ανάγκες του σπιτιού. Τα ψώνια, τις πιστώσεις που πρέπει να πληρωθούν, αγορές και δώρα για τα κοινωνικά. Τα παιδιά θέλουν ρούχα, θα χρειαστεί ενα ταξίδι στην Πάτρα, στις αρχές του Μάη. Τα βαφτίσια, οι γάμοι, τα φακελάκια για τους γονείς, τους νιόνυμφους και τον παπά. Πές τα γρήγορα Ανθή μου γιατί βιάζομαι. Πόσα παιδιά βάφτισα πέρσι; Δώδεκα. Και πόσα ζευγάρια πάντρεψα; Εννέα. Πές μου και το γενικό σύνολο για να το θυμάμαι. Εκατόν είκοσι γάμοι και διακόσια βαφτιστήρια κύριε Γιώργο. Χώρια τα φετινά.

Σκληροτράχηλος άνθρωπος αυτός ο Μπαρχαμπάς. Και έμπιστος. Ξέρει τα μυστικά του. Για τα αρχαία που βρέθηκαν στο αρχαίο θέατρο, και που τώρα είναι κρυμμένα στο υπόγειο. Για την παραγωγή του λαδιού και του καπνού. Για τα προβλήματα των εργατών, τις χάρες των πολιτικών, τα μπαξίσια στο δεσπότη. Γυάλισε το μάτι του Μπαρχαμπά σαν μέτρησε κάποτε τις χρυσές λίρες. Πέντε χιλιάδες λίρες Αγγλίας, Εδουάρδου. Αφουγκράστηκε ο φτωχός, δεν είχε ποτέ του δεί τόσο πλούτο μαζεμένο, σαν να ταράχτηκε, αλλά φωνή δεν έβγαλε. Η γή φέρνει λεφτά, Μπαρχαμπά. Αν όλα πάνε καλά φέτος, τετρακόσιοι άνθρωποι θα πληρωθούν και θα ταίσουν τα παιδιά τους. Ναί κύρ Γιώργο, ψέλισε ο φτωχός θεληματάς, και κοίταξε αμήχανα το ταβάνι. Να σας έχει ο Θεός καλά.

Σήμερα είναι Κυριακή. Μετα την εκκλησία θα αρχίσουν οι επισκέψεις. Τι έχουμε σήμερα Μπαρχαμπά; Τον κύριο Κριεμπάρδη της Τραπέζης θα τον συναντήσω στις δύο. Θα τα πούμε λίγο μέχρι να μας φωνάξει η Ανθή για φαγητό. Δεν χρειάζεται μουσική. Μεγάλη Εβδομάδα έρχεται, νηστεία. Φέρε μονάχα κρασί απο το βαρέλι το παλιό, το προπέρσυνο. Ποιός άλλος ζήτησε να με δεί; Ο Δημήτρης, ο επιστάτης. Πέστου νάρθει στις έντεκα, εκκρεμούν κάτι υποθέσεις. Τον Μιχάλη τον θέλω αμέσως. Ξέρω τι με θέλει. Λεφτά χρειάζεται. Χτίζει σπίτι και τον έχουν κατασπαράξει οι τοκογλύφοι. Εκανε λάθος που δεν μου μίλησε.

Ο υπουργός πίνει καφέ στου Ζαχαράτου. Ομορφος καφενές της Αθήνας. Συχνάζουν εκεί πολιτικοί και συγγραφείς, διανοητές του τόπου, εκδότες και θεατράνθρωποι. Ασπρόμαυρες φωτογραφίες κρεμονται στους μουσταρδί τοίχους, μαρμάρινα τραπεζάκια και μαύρες δερμάτινες καρέκλες. Οι ανεμιστήρες ανακυκλώνουν τον αέρα.

Θυμάται πως μπήκε δειλά στο καφενείο. Είχε έρθει στην Αθήνα να δεί τον υπουργό. Οι κομματάνθρωποι της επαρχίας είχαν μιλήσει στον ιδιαίτερο του υπουργού. Θα τον έβλεπε για λίγα λεπτά. Είχε ήδη προετοιμάσει τα λεγόμενα. Ο προσωπικός του υπουργού τον συνόδευσε στο εσωτερικό του καφενείου. Ενοιωσε ένα σφίξιμο στο στομάχι, ένα κόμπο στο λαιμό. Σε μια γωνιά του καφενέ, πίσω απο τον τοίχο που έκρυβε το χώρο, δίπλα στο ηλεκτρόφωνο και τις μεγάλες γλάστρες με τα δένδρα, επιβλητικός, τεράστιος και σοβαρός, ο υπουργός διάβαζε την εφημερίδα του. Δίπλα του δύο καλοντυμένοι κύριοι.

Καθώς ο ιδιαίτερος έκανε τις συστάσεις, εκείνος ρουφούσε την εικόνα του μεγάλου άντρα. Ψηλός, άψογα ντυμένος, εμφανίσιμος. Μεγάλα φρύδια, επιβλητικός, έμοιαζε να κυριαρχούσε απόλυτα στο χώρο. Είχε τον αέρα του ηγέτη, το έβλεπε κανείς με την πρώτη ματιά. Τον κοίταξε απευθείας στα μάτια, μια ματιά που θα τη θυμάται για όλη του τη ζωή, σαν να τον μέτραγε και να τον αξιολογούσε. Δεν φαντάστηκε τη στιγμή εκείνη πως απευθυνόταν στον αυριανό πρωθυπουργό της χώρας, τον άνθρωπο που θα σημάδευε βαθιά τη ζωή και πορεία της χώρας. Απεύθυνε έναν ευγενικό χαιρετισμό.

«Πόσα παιδιά έχετε κύριε Γιώργο;». Δέκα κύριε υπουργέ. Τον κοιτούσε με ύφος σοβαρό, κάποτε όμως του χαμογέλασε. «Μεγάλη οικογένεια. Να είστε καλά. Σε τί θα μπορούσα να σας βοηθήσω;». Δεν ήταν σίγουρος τί εντύπωση θα έκανε, ένοιωσε ξαφνικά μικρός και αδύναμος. Αυτός, ο κομματάνθρωπος της επαρχίας με τα διακόσια βαφτιστήρια, αφέντης της ζωής ενός ολόκληρου χωριού, άρχοντας της γής, μέ υπηρέτες, άλογα και λίρες Εδουάρδου, ένοιωσε ξαφνικά μικρός και ασήμαντος. Εφερνε στο κόμμα πολλούς ψήφους, ένα ολόκληρο χωριό. Τάιζε τους πολιτικούς της επαρχίας, τους γέμιζε λεφτά. Ηξερε πως στη λογική του κόσμου και της πατρίδας που ζούσε, θα μπορούσε να ζητήσει κι’ αυτός κάτι για ανταλλαγή. Και ήταν σίγουρος πως θα του έκαναν τη χάρη. Αλλά κάτι τον ενόχλησε στιγμιαία. Ενοιωσε πως ο υπουργός μάλλον δεν είχε και πολύ υπομονή με ανθρώπους που ζητούσαν χάρες. Ισως και να μήν τους συμπαθούσε. Τί σημασία είχε όμως. Ο ιδιαίτερος του είχε πεί να είναι ευθύς και σαφής. Ξεστόμισε την επιθυμία του.

Στην εκκλησία της Κυριακής, άναψε ένα κερί στον Αη Γιώργη. Εσκυψε ευλαβικά και φίλησε την εικόνα της Παναγίας. Ανάσανε το λιβάνι του ναού, άφησε τα χρήματα στο παγκάρι, και έπιασε τη θέση του για τη δοξολογία. Την άλλη Δευτέρα, η μικρή του κόρη Αννα θα άρχιζε δουλειά στο υπουργείο δημοσίων έργων. Θα ήταν μια καλή και σταθερή δουλειά. Αφησε το μυαλό του να πετάξει μακριά, σκέφτηκε τον μεγάλο άντρα. Ενοιωσε μειωμένος απο τη συνάντηση, ταραγμένος απο την σιωπηλή απόρριψη, ένοιωσε πίκρα και θυμό για την πολιτική. Είχε κερδίσει μια μάχη μικρή, σημαντική ίσως γι’ αυτόν, σίγουρα όμως ανύπαρκτη και ασήμαντη για τον υπουργό. Καθώς έβγαινε απο την εκκλησία στο προαύλιο, ήρεμος απο τους βυζαντινούς ψαλμούς και την κατάνυξη της λειτουργίας, έστρεψε το βλέμμα του προς τον τρούλο της εκκλησίας. Εκεί ψηλά, με φόντο τον απέραντο μπλέ ουρανό, είδε τους νεογνούς πελαργούς να απογειώνονται. Χτυπώντας τα φτερά τους με αυτοπεποίθηση, και κάτω απο την επίβλεψη της μάνας πελαργίνας, στάθηκαν για λίγο στον αέρα, φτεροκοπώντας πάνω στο ίδιο μετέωρο σημείο. Και ξάφνου με μια κίνηση αποφασιστικότητας, ξετινάχτηκαν στο απόλυτο κενό και χάθηκαν στον ουρανό.

Thursday, April 10, 2008

Mικρή υγρή βασίλισσα

Η αισθητική της αρχιτεκτονικής των Κάτω Χωρών με έκλει απίστευτα. Αναδύει μια παλιά, μουσειακή ατμόσφαιρα και μυρωδιά, μια υγρή μούχλα και εικόνα ιστορικής αντίκας. Το νερό που διασχίζει τη χώρα μέσα απο τα χιλιάδες κανάλια, έχει διαποτίσει τη γή και διαβρώσει τα θέμελα εκατομμυρίων σπιτιών και υποστρώματα δρόμων. Σε πολλά σημεία των ολλανδικών πόλεων, οι δρόμοι κατα μήκος των καναλιών βουλιάζουν αισθητά καθώς το υπόγειο νερό εχει εισχωρήσει στις βάσεις τους. Ευλογία και απειλή το νερό για τους Ολλανδούς. Πάνω σ’αυτό, έχουν χτίσει και διατηρήσει για αιώνες τις πόλεις τους. Πάνω σ’ αυτό επιχωματώνουν ακόμα και σήμερα καινούργιες περιοχές και χτίζουν σπίτια. Και μέσα απ’ αυτό γνώρισαν τον θάνατο και την καταστροφή πολλές φορές στην ιστορία τους, καθώς το νερό έσπασε τα φράγματα που το συγκρατούσε και επνιξε χιλιάδες ανθρώπους και σπίτια στο πέρασμά του.

"Ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο και οι Ολλανδοί την Ολλανδία", λέει μία γνωστή ολλανδική παροιμία. Και η ρήση είναι αληθινή, καθώς η υπερχείλιση των νερών στη χώρα κοντρολάρεται απο ένα τεχνητό σύστημα καναλιών που διοχετεύουν το νερό βαθιά μέσα στη χώρα και διανέμουν την αυξανόμενη στάθμη του νερού σε μεγάλη επιφάνεια. Ετσι νίκησαν οι Ολλανδοί τη μάχη τους με το νερό. Με σκέψη και τη βοήθεια της απλής μηχανικής.

Την επισκέπτομαι σε κάθε μου ευκαιρία. Εζησα εκεί τρία χρόνια, μιλώ τη γλώσσα της. Την θαυμάζω σαν χώρα, σαν κοινωνία, σαν σύστημα. Τη σέβομαι και την αγαπώ. Γιατί όταν ήμουν έφηβος, μου έδωσε αισθητικά και πνευματικά ερεθίσματα που με επηρέασαν για πάντα. Αποτελούν μέλος της καθημερινής μου σκέψης, ζωής και νοοτροπίας. Οταν κάποτε την άφησα για άλλους τόπους, τη νοστάλγησα. Και σε κάθε μου επίσκεψη, την νοιώθω και την αγαπώ βαθύτερα.

Ιδιαίτερα αγαπώ τα ολλανδικά μπαράκια. Βρίσκονται παντού, χωμένα στους στενούς πλακόστρωτους δρόμους και πλατείες. Ακόμα υπάρχουν μερικά απο τα πιο αγαπημένα μου, μέρη που σύχναζα παλιά. Διοργανώνουν άκομα μουσικές συναυλίες κάθε λογής, απο Ινδικά σουξέ, λατινοαμερικάνικα πνευστοειδή, μέχρι βαρύ αγγλικό ρόκ και αμερικανική τζάζ. Κατα τη διάρκεια της παραμονής μου εκεί, είχα οργανώσει και εγώ με μερικούς φίλους μερικές βραδιές ελληνικής μουσικής. Αρχικά μια βραδιά Μάνου Χατζιδάκη που έγινε πολύ δημοφιλής και στη συνέχεια πιο έντεχνα ελληνικά τραγούδια. Ενα μπάρ μάλιστα μας έκλεισε για ένα μήνα, και διαφήμιζε τις βραδιές με ένα αεροπλανο που πετούσε πάνω απο την πόλη!

Στα ανισόπεδα πλακόστρωτα των δρόμων, με τα τραπεζάκια έξω, οι ολλανδοί απολαμβάνουν τη ζωή και τον καλό καιρό με όλη τους τη διάθεση. Εύκολοι στη συζήτηση, μορφωμένοι και ενημερωμένοι για όλα του κόσμου τα συμβάντα, τα ολλανδικά μπαράκια αποτελούν τον τέλειο χώρο για να γνωρίσει και να μιλήσει κανείς με τους ολλανδούς. Το γύρω περιβάλλον ανήκει στην ολλανδική σχολή αισθητικής και φωτογραφίας. Στενόμακρα ψηλοτάβανα σπιτάκια, στενές σκάλες, μεγάλα παράθυρα που εκθέτουν το εσωτερικό των σπιτιών με τα εκατοντάδες φυτά και λουλούδια. Και στους δρόμους, τα ποδήλατα να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του τοπίου.

Είναι μια μικρή χώρα που δεν ζηλεύει κανέναν. Περιστοιχιζόμενη απο πιο δυνατούς γειτόνους, η Ολλανδία κράτησε τη γλώσσα της και έμαθε τις γλώσσες όλων των άλλων. Τον φυσικό εχθρό της, το νερό, τον αντιμετώπισε με σπουδή και επιστήμη. Τα κοινωνικά της προβλήματα με μόρφωση και φιλελευθερισμό. Αν ποτέ βρεθείτε εκεί, απολαύστε τη μπύρα της, τα ωραία της μουσεία, τη βόλτα στα κανάλια της, τη μουσική στα μπαράκια της, και την ανοιχτή και προοδευτική της κοινωνία.
------------------------------------------------------------------
All pictures by Locus Publicus, free for public use
Holland 2007
------------------------------------------------------------------

Monday, April 7, 2008

Μια στιγμή στην αιωνιότητα

Ομορφο, γλυκό πρωινό της άνοιξης, με τα λουλούδια ανθισμένα και τη μυρωδιά της θάλασσας έντονη στην φωτεινή ατμόσφαιρα. Μέρα της άνοιξης στη Νέα Αγγλία, στον Νέο Κόσμο της ανακάλυψης, οργιάζει η φύση με χρώματα, λουλουδιασμένα σπίτια, δέντρα χιλιάδων χρόνων και πράσινα πάρκα. Μια αληθινά όμορφη μέρα με το μάτι να αντικρύζει το μπλέ του Ατλαντικού, τους μακρινούς φάρους στην είσοδο του λιμανιού της παλιάς πόλης, και τους γλάρους να πετάνε κυκλικά γυρεύοντας τροφή.

Το πλήθος άρχισε σιγά σιγά να συγκεντρώνεται. Στο προαύλιο του πανεπιστημίου, ανάμεσα στα τεράστια κτίρια με το κεραμιδί βιομηχανικό χρώμα, μπροστά στη θάλασσα που μυρίζει ιώδιο και αρμύρα, οι φοιτητές κάνουν την εμφάνισή τους. Με τις ομοιόμορφες μαύρες στολές και τα κολλεγιακά τους ποιλίκια, με χαμόγελα, φωνές και γέλια, οι ομάδες παίρνουν σιγά σιγά τη θέση τους. Σήμερα γίνεται η απονομή των πτυχίων. Οι κόποι των φοιτητικών χρόνων έχουν σήμερα την τιμητική τους. Καθώς ο ήλιος καίει το δέρμα και η αύρα σαρώνει τα πρόσωπα, όλοι μοιάζουν χαρούμενοι. Μια μέρα χαράς και αμοιβής για το μόχθο και τα ξενύχτια των φοιτητικών χρόνων.

Παίρνω και εγώ τη θέση μου. Σε λίγη ώρα, θα είμαι απόφοιτος ενός πανεπιστημίου που πράγματι αγάπησα πολύ, που με κούρασε, με πάιδεψε, με μόρφωσε. Δεν έχουν τελειωμό οι αναμνήσεις. Οι φίλοι που έκανα στα μαθήματα, η μυρωδιά της βιβλιοθήκης, οι όμορφες συζητήσεις στα καφενεδάκια της πόλης, οι γνωριμίες με παιδιά απ’ όλο τον κόσμο. Το Latin Club με τους τρελλούς διανοούμενους, την καπνισμένη ατμόσφαιρα και τις αναφορές για έναν καλύτερο κόσμο. Και μέσα σ’ όλα, και μια αγάπη πανεπιστημιακή, μια αληθινή, αγνή, νεανική και ουτοπική αγάπη, που πάντα θα κουβαλώ μαζί μου. Και το Café Brazil. Εκεί, στον τρίτο όροφο, με τα χαρακωμένα τραπεζάκια, τις ζωγραφικές των φοιτητών στους ξεφτισμένους τοίχους, και τους δυνατούς καφέδες.

Υπάρχουν περίοδοι στη ζωή των ανθρώπων, που έχουν μεγάλη αξία. Δεν ξέρω πως, αλλά νοιώθω πως για μιά πενταετία, χώρεσα τα πάντα στη ζωή μου. Δουλειά, διάβασμα, αγάπη, φίλους. Εγινα υπεράνθρωπος. Δούλεψα για να ζήσω, δούλεψα σκληρά. Δούλεψα για τα έξοδα της μόρφωσης που ήρθα να αγοράσω, για τα βιβλία που ακόμα τα έχω και τα διαβάζω, για τα έξοδα του σπιτιού. Για το οχτακύλινδρο σεβρολετάκι που το θεωρούσα λιμουζίνα. Και βέβαια για κάθε στιγμή ύπαρξης και πολύτιμης ανάμνησης. Μόνος μου στις αποφάσεις, στο μόχθο, στο ξενύχτι. Αλλά γέμισε η ζωή μου με σημαντικά πράγματα. Με ωραίους φίλους, με πανέμορφες μουσικές βραδιές, με μια αλλόκοτη και άγρια ελευθερία που απόκτησα απο τα δεκαοκτώ. Υπήρχε βέβαια και εκείνη. Η κορύφωση της ύπαρξής μου, το άλλο μου μισό. Αν κάνεις φοιτητής και δεν ερωτευτείς, στράφι πάνε όλα.

Καθώς η ώρα περνάει, οι οργανωτές της εκδήλωσης μας μοιράζουν στο χώρο με τα καθίσματα. Στο κέντρο του προαυλίου, οι φοιτητές. Γύρω τους, πλήθη γονέων και φίλων που ξεφωνίζουν και κραδαίνουν λουλούδια και δώρα. Μαζί μου, μερικοί καλοί φίλοι. Πέντε έξι άτομα που με τιμούν με την παρουσία τους. Ανθρωποι που πέρασαν μαζί μου στιγμές συγκλονιστικές, γεύτηκαν αυτοσχέδιες μαγειρικές, ήπιαν όλου του κόσμου τα ποτά, μοιράστηκαν χαρές, ξενύχτια , ακόμα και ρούχα.

Η παράσταση αρχίζει. Ενα απίθανο ξεφωνητό ξεχύνεται στον αέρα, καθώς το πλήθος βλέπει τους επισήμους να μπαίνουν στο προαύλιο. Ο πρόεδρος του πανεπιστημίου, τα επίσημα μέλη της ακαδημαικής επιτροπής, πολλοί καθηγητές. Αλλά οι φωνές δεν γίνονται για αυτούς! Το πλήθος περιμένει τους τιμητικούς προσκεκλημένους του πανεπιστημίου, τους ομιλητές της εκδήλωσης που η σχολή έχει καλέσει επίσημα, και θα τους απονείμει και τιμητικά διπλώματα. Μέσα απο απίθανες φωνές και ντόρο, οι προσκεκλημένοι κατευθύνονται χαμογελώντας προς τον χώρο τον επισήμων.

Ο ηθοποιός Robert Redford, αναμφισβήτητος στάρ του κινηματογράφου, και μεγάλος γόης, διασχίζει το πλήθος των φοιτητών. Οι γυναίκες παραληρούν. Χέρια απλώνονται να τον αγγίξουν. Φιλιά πετούν στον αέρα, λουλούδια τον κατακλύζουν. Οι άντρες πολλοί πιο ήπιοι, αναρωτιούνται πως τα κατάφερε ο άτιμος και έχει τόση ζήτηση! Μπροστά του, ακολουθεί ο δεύτερος επίσημος προσκεκλημένος, ο ιστορικός Arthur Schlesinger. Πολυγραφότατος και τίμιος ιστορικός, κάτοχος του αξιόπιστου βραβείου Pulitzer Prize, σύμβουλος αμερικανών προέδρων, μέλος της ομάδας του προέδρου Κέννεντυ. Στη σημερινή εκδήλωση, θα μιλήσουν και οι δύο. Το Πανεπιστήμιο θα τους απονείμει το τιμητικό τίτλο του Doctor of Humanity.

Kαι ενώ εμείς ξεροκαιγόμαστε σαν ρέγγες στον μεσημεριανό ανελέητο ήλιο, οι προσκεκλημένοι παίρνουν τις θέσεις τους στη σκιά της πολύ αναπαυτικής και δροσερής τέντας που έχει στηθεί για τους επισήμους. Ο κ. Redford παίρνει το μικρόφωνο. Πανζουρλισμός! Οι φοιτήτριες ουρλιάζουν, οι φωτογράφοι μάχονται για θέση μάχης. «Ζεσταίνεστε;» αστειεύεται, «εμείς έχουμε την τέντα!». Και με φωνή σταθερή, χιούμορ και άνεση, μας απευθύνει χαιρετισμό και επαίνους για την αποφοίτησή μας. Μιλά κατόπιν για την τέχνη, για τον κινηματογράφο, για τον κόσμο που αλλάζει. Να προσπαθήσουμε όλοι μας, προτρέπει, να δώσουμε κάτι για τους ανθρώπους γύρω μας, για την τέχνη, για την επιστήμη. Να δώσουμε στη ζωή μας νόημα και σκοπό. Οσο μπορούμε.

Ακολουθεί ο κ. Schlesinger. Αλλη γεύση. Με τον αέρα του αληθινού διανοούμενου και αριστοκράτη, μας προτρέπει να αποκτήσουμε ιστορική συνείδηση. Να κοιτάξουμε τον κόσμο γύρω μας, να δούμε τις καταβολές μας, την ιστορική εμπειρία του ανθρώπου, και να στηρίξουμε τη διανόησή μας σε μια υγειή ιστορική αντίληψη. Γιατί ο άνθρωπος είναι προιόν της Ιστορίας. Μιλάει κατόπιν για την πολιτική, τη διπλωματία, τις διεθνείς σχέσεις. Ενας σεβάσμιος και τίμιος ιστορικός διανοητής. Το πλήθος τον επευφημεί.

Ακολουθεί η απονομή των πτυχίών. Μέσα σε μια φεστιβαλίστική ατμόσφαιρα, με φωνές, γέλια και οικιότητα, αποκτώ επιτέλους το πολυπόθητο πτυχίο των Οικονομικών. Καθώς η εκδήλωση φτάνει στο τέλος της, γονείς και παιδιά σμίγουν ξανά, με σχέδια για κάποια βραδινή γιορτή. Συναντώ και εγώ τους φίλους μου, πετάω το καπελάκι στον αέρα, και τους καλώ να γιορτάσουν μαζί μου την ημέρα.

Μέρες αργότερα, σκέφτηκα πως δεν είχα ούτε μια φωτογραφία απο την αποφοίτηση. Στην ευφορία της στιγμής, βρέθηκα απροετοίμαστος. Μια τέτοια μέρα, και ούτε μια φωτογραφική ανάμνηση. Δεν πειράζει, σκέφτηκα, θα μείνει ανεξήτηλη η μέρα, για πάντα στο μυαλό μου.

Και όμως. Πρίν λίγες μέρες, είκοσι χρόνια μετά την αποφοίτηση, ο φίλος μου και πρώην συγκάτοικος Κώστας με πληροφόρησε πως βρήκε μερικές φωτογραφίες απο εκείνη την ημέρα! Τις είχε τραβήξει με τηλεφακό. Απο τις 12 φωτογραφίες που πήρα, οι 9 ήταν κουνημένες. Χωρίς τρίποδα, και μέσα στο στριμωξίδι του πλήθους, ο φουκαράς συγκάτοικος έκανε ό,τι μπορούσε. Τρείς όμως φωτογραφίες βγήκαν καλές. Κατάφερε ο άτιμος να διασώσει τα σπουδαιότερα της ημέρας. Μια στιγμή στην αιωνιότητα. Αξιος!
--------------------------------------------------------------------
Φίλε Κώστα σ’ ευχαριστώ. Μεγάλη μου τιμή και χαρά που παίρνω τις φωτογραφίες. Για την καθυστέρηση των είκοσι ετών δεν πειράζει. Ετσι είναι η ζωή. Μου έκανες μπαγάσα το καλύτερο δώρο γενεθλίων. Τις αναρτώ στο πόστ για την αιωνιότητα. Νάσαι καλά!

University of Massachusetts, Boston
Class of 1988


Robert Redford
Arthur M. Schlesinger
U Mass Boston
--------------------------------------------------------------------
Είκοσι επίσης χρόνια μετα την ίδια εποχή, ο φοιτητικός κόσμος του πανεπιστημίου απαιτεί απο την ακαδημία να ακυρώσει τον τιμητικό τίτλο που απένειμε το 1986, στον δικτάτορα της Ζιμπάμπουε Robert Mugabe.
Revoke honorary degree for Mugabe.

Στις 2 Ιουνίου του 2006, το πανεπιστήμιο απονέμει τιμητικό τίτλο στον γερουσιαστή και υποψήφιο πρόεδρο των ΗΠΑ Barack Obama.
Sen. Barack Obama to Receive Honorary Degree

To 1995, ενα άλλο πανεπιστήμιο της Βοστώνης, το Boston University, ακυρώνει λίγες ώρες πριν την εκδήλωση (με απόφαση του προέδρου του John Silber), την απόφασή του να απονείμει τιμητικό τίτλο στον Sali Berisha, πρόεδρο της Αλβανίας. Eίχαν προηγηθεί ταραχώδεις διαδηλώσεις ελλήνων φοιτητών.
US university drops honor to Albanian president

Wednesday, April 2, 2008

Aνεξαρτησία

Ρώτησαν κάποτε εναν Ελληνα στρατηγό, αν η Ελλάδα μπορεί να έχει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Ο φιλοσοφημένος στρατιωτικός, προιόν μιας ρεαλιστικής σχολής σκέψης, έδωσε μια γρήγορη και ωραία απάντηση – «Ο βαθμός ανεξαρτησίας ενός κράτους», δήλωσε ο στρατηγός, «εξαρτάται κατα μεγάλο βαθμό απο τη δυνατότητά του να κάνει πόλεμο».

Εφόσον ο πόλεμος αποτελεί προέκταση της διπλωματίας, και έσχατο όπλο της, τότε θα πρέπει λογικά να δεχτούμε πως αποτελεί και μία λύση στην προσπάθεια κάθε κράτους να περάσει στους άλλους μια συγκεκριμένη γραμμή και άποψη. Κερδίζεις ή χάνεις με τον πόλεμο αυτό που δεν μπορείς να πετύχεις διπλωματικά. Η θεωρητική λοιπόν δυνατότητα να παράγεις πόλεμο, καθορίζει και το βαθμό της διπλωματικής σου δύναμης.

Η Ελλάδα, δήλωσε ο στρατηγός, μπορεί να παράγει λίγο και περιορισμένο πόλεμο, κυρίως μέσα στα στενά γεωγραφικά όρια του φυσικού της χώρου. Το σενάριο ενός ολικού πολέμου, (με πλήρη χρήση στρατού, αεροπορίας, και ναυτικού), δίνει στην Ελλάδα περίπου μία εβδομάδα μάχης. Τόσο αντέχει η χώρα και τα στρατιωτικά αποθεματικά της. Απο το σημείο εκείνο και πέρα, επέρχεται οικονομική κρίση, με τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις για την κοινωνία. Υπο το πρίσμα λοιπόν του στρατιωτικού αυτού ρεαλισμού, το συμπέρασμα είναι οτι η Ελλάδα δεν μπορεί να έχει απόλυτα ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική.

Το ίδιο βέβαια ισχύει και για την Τουρκία. Με ισχνές οικονομικές δομές, τεράστια κοινωνικά προβλήματα και εσωτερικές διαμάχες, ούτε η γειτονική χώρα θα μπορούσε να παράγει ένα πόλεμο μεγάλης διάρκειας. Σε περίπτωση σύρραξης, θα πρέπει στρατηγικά να παράγει γρήγορα αποτελέσματα, πρίν οι αρνητικές συνιστώσες του πολέμου την αποτελματώσουν. Οι νεογέννητες χώρες της Γιουγκοσλαβίας, Βαλτικής και Ανατολικής Ευρώπης δεν έχουν καν τη δυνατότητα να θεωρητικολογήσουν περί πολέμου, το οποίο πρακτικά σημαίνει πως δεν έχουν ούτε κάν τη στοιχειώδη δυνατότητα για ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική.

Και ποιά κράτη μπορούν να είναι ανεξάρτητα; Η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες; Πόσο πόλεμο θα μπορούσαν να παράγουν και αυτές; Προφανώς περισσότερο απο τις μικρές χώρες, αλλά και αυτές δεν έχουν τη δυνατότητα να διατηρήσουν μεγάλα και μακροχρόνια μέτωπα και διαμάχες. Απο όσα βλέπουμε, η Γαλλία έχει αποφύγει κάθε στρατιωτική περιπέτεια τα τελευταία χρόνια, θεωρώντας πως το κόστος θα ήταν τεράστιο.

Απο την άλλη, το Αμερικανικό σχέδιο της διεξαγωγής και συντήρησης πολλαπλών μετώπων, έπεσε θεαματικά στο κενό. Η Αμερική θα μπορούσε να διατηρηθεί στρατιωτικά περισσότερο από όλους τους άλλους, αλλα δεν μπορεί να αποφύγει την οικονομική καταστροφή, εκτός και αν μοιράσει τα έξοδα, το οποίο σημαίνει συμβιβασμός. Οι δύο ταυτόχρονοι πόλεμοι σε Αφγανιστάν και Ιράκ που αποφασίστηκαν πάνω στη θεωρητική σκέψη πως η χώρα δεν χρειάζεται κανένα σύμμαχο, έφεραν καταστροφικά αποτελέσματα. Ο πόλεμος, πέρα απο τις τεράστιες ηθικές και κοινωνικές του επιπτώσεις, δημιούργησε ένα τεράστιο οικονομικό χρέος στη χώρα. Η Κίνα μπήκε στη μέση ως τραπεζίτης και χορηγός. Πούλησε η Κεντρική Τράπεζα της Αμερικής το μέλλον μιάς γενιάς, με την παραγωγή ομολόγων αξίας τουλάχιστον ενός τρισεκατομμυρίου δολλαρίων. Και ως γνωστόν, πόλεμος με πιστωτική κάρτα, δεν μπορεί να έχει αποτελέσματα.

Κανένα λοιπόν κράτος δεν μπορεί να έχει αμιγώς ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Γιατί κανένα κράτος δεν μπορεί να κάνει πόλεμο χωρίς τραγικές συνέπειες. Ούτε η Ελλάδα, ούτε οι ΗΠΑ. Κανένα κράτος δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς στρατιωτικές, πολιτικές και οικονομικές συμμαχίες που να μοιράζονται τα έξοδα και τις ευθύνες. Γιατί πίσω απο κάθε στρατιωτική επιχείρηση και πόλεμο, υπάρχει ένας πολιτικός στόχος. Η Αμερική διέλυσε στρατιωτικά το Βιετνάμ, αλλά δεν πέτυχε τον διπλωματικό και πολιτικό της στόχο. Επομένως έχασε τον πόλεμο. Επομένως η ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική της απέτυχε. Επομένως ούτε και η Αμερική μπορεί να έχει ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική.

Απομένουν λοιπόν η διπλωματία, οι αμοιβαίες υποχωρήσεις, οι πολιτικές συμμαχίες οι συνασπισμοί και το εμπόριο. Υποχωρούν όλοι έναντι όλων, ψάχνοντας για μια λύση κοινώς αποδεχτή. Χωρίς φανφάρες, χωρίς φανατισμούς. Χωρίς ανόητες καουμπόυκες πολιτικές απομόνωσης, χρέη σε δικτατορίες και βαρύγδουπες ανακοινώσεις. Μοιράζεις δηλαδή τα αυγά σε πολλά καλάθια. Για να μην σπάσουν όλα.