Tuesday, February 24, 2009

La Catedral

Για να μην μας φεύγει συνέχεια ο Παλαιοκώστας και χαλάμε εκατομμύρια για να τον ξαναπιάνουμε (και δώστου πάλι), προτείνω στην ελληνική κυβέρνηση τον νέο και επαναστατικό τρόπο φύλαξης εγκληματιών υψηλού κινδύνου. Το σύστημα La Catedral.

Τί σύστημα είναι αυτό; Θα μπορούσαμε εν ολίγοις να το περιγράψουμε ως ενα σύστημα «εθελοντικής φυλάκισης με αυτοχρηματοδότηση». Ακούγεται ζόρικο, έτσι; Ναι, διότι είναι. Ερχεται απο την Κολομβία (Μητέρα της Διαπλοκής), οπου έχει εφαρμοστεί με μεγάλη επιτυχία. Σαφέστατα επαναστατικό σε σύλληψη, απαράμιλλο σε επινόηση, πρακτικότατο σε εφαρμογή. Κατάλληλο για κοινωνίες σε ελεύθερη πτώση, που ενώ είναι χαμηλά, έχουν το δυναμικό να πάνε ακόμα παρακάτω. Για την εφαρμογή του, απαιτεί πολιτικούς σε βαθμό προχωρημένης σήψης (τους έχουμε), και τάσεις για Ταμπουλα ράζες και μηδενικές βάσεις (τους έχουμε). Ξεκινάμε δηλαδή καλά.

Το μοντέλο La Catedral ειναι σχετικά απλό. Το επινόησε ο δαιμόνιος και απολύτως παγκοσμιοποιημένος έμπορος κοκαϊνης Pablo Escobar, γνωστός και ως Pablito. Ο Pablito λοιπόν, ήταν ενας αυτοδημιούργητος εγκληματίας (όπως και ο Παλαιοκώστας), που συνέχεια σκεφτότανε τη λοβιτούρα. Και επέτυχε. Ξεκίνησε ως κλέφτης αυτοκινήτων, και σταδιακά άρχισε να μετακινεί ως χαμηλόμισθος χαμάλης, και μερικά κιλά άλλων. Με τον καιρό όμως, ξεχώρισε απο τα αφεντικά του, γιατί είχε μια τρομερή ιδέα. Να προσφέρει 500 δολλάρια για κάθε αστυνομικό που σκοτώνεται στο Medellin. Η ιδέα είχε τεράστια ανταπόκριση, και σύντομα η αστυνομία της πόλης έχασε 457 άτομα. Τα αφεντικά τον πρόσεξαν. Ο Pablito όμως δεν σταμάτησε εκεί. Σκότωσε και 30 δικαστές. Και μετά, μπήκε σε κάποια γραφειοκρατική ρουτίνα σκοτώνοντας 20 άτομα την ημέρα. Μερικούς τους έπνιξε μόνος του στην πισίνα του σπιτιού του, μπροστά στα μάτια των προσκεκλημένων του. Στο τέλος, σκότωσε και τα αφεντικά του.

Και έτσι, ο εργατικός Pablito έγινε αρχηγός της κοκαϊνης στην πόλη του Medellin. Και άνοιξε ντήλια με αμερικανούς, ευρωπαίους και λοιπούς ενδιαφερόμενους. Εκανε πολλά δις. δολλάρια το χρόνο. Οι δουλειές πήγαιναν καλά. Ωσπου μιά μέρα, ο δαιμόνιος και φιλόδοξος Pablito, σκέφτηκε να γίνει και Γερουσιαστής. Πήρε λοιπόν τη θέση κάποιου που «παραιτήθηκε», και μπήκε και στο Κολομβιανό Κοινοβούλιο. Εκεί όμως, άρχισαν τα δύσκολα. Οι Κολομβιανοί πολιτικοί, γόνοι μεγάλων καρεκλοκενταυρικών οικογενειών, με πείρα γενεών σε νόμιμες λοβιτούρες, μεγαλωμένοι σε ευρωπαικά σαλόνια και σχολεία ελίτ, τρομοκρατήθηκαν με την ιδέα πως ένας βλάχος με λεφτά θα καθόταν δίπλα τους. Και βάλθηκαν να τον βάλουν φυλακή.

Επρεπε άλλωστε να λυθεί και το πρόβλημα των ναρκωτικών που είχε πάρει έκταση. Πίεζαν οι Αμερικανοί για την αύξηση της τρομοκρατίας, τα άπειρα γκαζάκια, τις ανατινάξεις κτιρίων, και τους άφθονους καθημερινούς τραμπουκισμούς. Και ζητούσαν την κεφαλή του Pablito επι πίνακι. Μέχρι που μια μέρα, τα κανονίζει ο Pablito με τους Γερουσιαστές, και δηλώνει έτοιμος να «παραδοθεί». Και κανονίζει να αυτοφυλακιστεί, σε μια φυλακή που θα έχτιζε ο ίδιος, σε κάποιο λόφο ψηλά στην πόλη. Για πέντε χρόνια.

Καί έτσι έγινε. Εφερε δικούς του αρχιτέκτονες και μηχανικούς καί έχτισε τον δικό του χώρο, τη δικιά του φυλακή, ενα πολυτελές οίκημα, γνωστό στην Κολομβία με το όνομα La Catedral. Εφερε τους δικούς του μαγείρους, τους δικούς του οπλισμένους φρουρούς, τους δικούς του υπαλλήλους. Η φυλακή είχε πολυτελή μπάνια, ιδιωτικό μπάρ, σύγχρονο τηλεφωνικό κέντρο, πολυτελείς κρεβατοκάμαρες. Φρέσκα λαχανικά και κρέατα ερχόταν ημερησίως με delivery. Ομάδες ερωμένων συνωστιζόταν για να πάρουν σειρά. Σε κάποιο ειδικο δωμάτιο, o Pablito κρατούσε διάφορα στρατιωτικά οπλικά συστήματα, καθώς και ένα εκατομμύριο δολλάρια «σε ψιλά», για τις μετακινήσεις του. Τις κυριακές, πήγαινε στο τοπικό γήπεδο για να παρακολουθήσει ποδόσφαιρο. Και εκεί, απο την εξέδρα των επισήμων, το πλήθος τον έπνιγε στα χειροκροτήματα. Γιατί εκτός απο εγκληματίας, ο Pablito ήταν και φιλάνθρωπος. Εφτιαχνε σχολεία, νοσοκομεία, εκκλησίες.

Οι Κολομβιανοί πολιτικοί πληροφόρησαν τους Αμερικανούς πως έλυσαν το πρόβλημα της τρομοκρατίας και των ναρκωτικών. Οι κακοί ήταν στη φυλακή. Και έστελναν στημένες φωτογραφίες απο τη φυλακή, όπου ο Pablito περνούσε δύσκολα και περιορισμένα. Το κόλπο δοκιμάστηκε για πολύ καιρό, μέχρι ότου ο Pablito βαρέθηκε, και έφυγε... εθελοντικά.

Το μοντέλο λοιπόν της “εθελοντικής φυλάκισης με αυτοχρηματοδότηση” (La Catedral), θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα. Ο κ. Παλαιοκώστας και άλλοι εγκληματίες, με τα χρήματα των απαγωγών, εκβιασμών, ναρκωτικών και άλλων επιχειρήσεων, θα μπορούσαν κατόπιν συμφωνίας με την κυβέρνηση (εδώ μπαίνει η μηδενική βάση και το Ταμπουλα Ράζα), να φτιάξουν ένα δικό τους ταμείο, και τη δική τους φυλακή. Εναν ελληνικό «Καθεδρικό», με ανέσεις που δεν θά σε άφηνε να φύγεις. Και θά λέγαμε και στους Αμερικανούς πως λύσαμε το πρόβλημα της τρομοκρατίας.

Στο κολομβιανό μοντέλο, θα κάναμε βέβαια τις απαραίτητες Βαλκανικές προσαρμογές. Αντί για arroz con pollo, tamales και yucca που προτιμούν οι κολομβιανοί, εμείς θα είχαμε σκορδάτα κοντοσούβλια, αυγοκομμένες σούπες και αρνάκι γάστρας. Αντί για μουσικά vallenatos και rancheras, θα είχαμε πιασάρικα σκυλάδικα της φωτιάς και της καψούρας, και upbeat ματζοράκια για λύρα και λαούτο, που θα έφτιαχνε ο μεγάλος μάστορας Χριστόδουλος Ξηρός. Αντί για το σκληρό aguardiente, αγνό κρασάκι της ελληνικής γής. Το μέλι θα το έφερνε ο Μητσάρας ο Κουφοντίνας.

Και για θρησκευτικότητα (μην ξεχνάμε και την Παράδοση), αντί για τις Μαντόνες και Σάντα Μαρίες των κολομβιανών, ενα απλό κατανυκτικό σκηνικό ευλάβειας, με Βυζαντινές αγιογραφίες του θρησκόληπτου Σάββα Ξηρού. Ο Γιωτόπουλος και τα συγγραφικά ταλέντα της 17Ν, θα έγραφαν μνημειώδη έργα του τύπου «Κάθε χωριό κι Αντάρτικο», «Συνδεσμολογίες Εκρηκτικών for Dummies», «Πόσο πάει ένας Μπάτσος». Ο γνωστός Ζουγκλίστας θα αναλάμβανε τις ιντερνετικές αναρτήσεις για μεγαλύτερη εκπροσώπηση.

Το μοντέλο La Catedral θα ήταν ένα win-win σενάριο για τους κυβερνώντες, τον λαό και τους εγκληματίες. Ο Κωστάκης δεν θα ανησυχούσε πιά για στραβοκαταστάσεις, διπλωματικές πιέσεις και τους χαμένους πόντους του Γιωργάκη, εμείς δεν θα πληρώναμε συνέχεια για να κυνηγάμε κακοποιούς (που θα ξανάφευγαν), και ο κ. Παλαιοκώστας με τα κολλητάρια του θα έπαυαν να είναι κακοποιοί, γιατί δεν θα υπήρχε πλέον λόγος!!

-----------------------------------------------------
To τομάρι των μπάτσων, έχει πάντως αναβαθμιστεί αισθητά στη σημερινή αγορά της Κολομβίας. Κυμαίνεται γύρω στα $1.000 το κομμάτι. «Σέχτα» και «Επαναστατικός Αγώνας» φαντάζουν μπροστά τους σαν θλιβεροί φτωχομπινέδες. Δεν έδωσαν ακόμα τιμές στη δημοσιότητα...

*Για Βραζιλιάνους ξεκίνησα, αλλού κατέληξα...Οι φωτογραφίες απο το φετινό Φεστιβάλ του Ρίο.

Και μ' αυτό το ποστάκι, "δραπετεύω" και γώ στο μεγάλο χωριό της περιοχής, Isla de Nueva York.


Eις το επανιδείν.

Sunday, February 22, 2009

Lethal καταστάσεις

Ομορφα και συνετά μίλησε ο Αμερικανός Πρεσβευτής στην ελληνική τηλεόραση για την βομβιστική ενέργεια στην Κηφισιά και την Τρομοκρατία γενικότερα. Και μέσα στην σύντομη δήλωσή του προς τα ελληνικά ΜΜΕ, μίλησε μάλλον γενικά για το πρόβλημα της τρομοκρατίας, την ανάγκη προστασίας των πολιτών, και τόνισε πως η Αμερική ειναι έτοιμη να συνεργαστεί με την Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα.

Εξοχα. Δεν μας έβρισε ο κ. Πρέσβης, δεν μας κατηγόρησε ότι υποθάλπτουμε την τρομοκρατία. Δεν αναφέρθηκε στην ελληνική μας ιδιαιτερότητα, το "Ασυλο", ούτε και είπε πως στο Πολυτεχνείο μας "τα παιδιά", έφτιαχναν βόμβες μολότωφ. Κουβέντα για "τα Δεκεμβριανά", την ανοχή για τις καταστροφές περιουσιών, τους κουκουλοφόρους. Καμμία κακή δήλωση για την Ελληνική Αστυνομία που ήταν θεατής λεηλασιών για τρείς ολόκληρες μέρες. Χαμηλοί οι τόνοι (απο παλιότερα) για την επίθεση στην Πρεσβεία αλλά και την πρόσφατη, στην κατοικία του. Απλά, είπε ο άνθρωπος πως αυτά τα προβλήματα, "τα αντιμέτωπίζουμε όλοι μας". Ηταν μια αγνή δήλωση, φιλική, σε χαμηλό τόνο. Και έτεινε χείραν βοηθείας.

Μόνον που μερικές στιγμές αργότερα, για όσους πρόσεξαν, ειπώθηκε και κάτι άλλο. Πως το θέμα της τρομοκρατίας, που απασχολεί αρκετά τις Ηνωμένες Πολιτείες, "θα προστεθεί και στην αντζέντα συζητήσεων της κας Χίλαρυ Κλίντον με την κα Μπακογιάννη". Τι μου λέτε! Θα μπεί στην "αντζέντα των συζητήσεων"! Μάλιστα φίλοι μου, αυτό ακριβώς. Και ξέρετε τι σημαίνει αυτό;

Οτι μέσα στο διαπραγματευτικό πακέτο που θα φέρει η Ελλάδα στην Αμερική, μέσα στα Ελληνοτουρκικά, τα Μακεδονικά, τα Βαλκανικά, την Υφαλοκρυπίδα, και στα όσα άλλα μύρια διαπραγματευόμαστε, θα μπεί και η ρουκέτα προς την Αμερικανική Πρεσβεία, "τα Δεκεμβριανά", τα γκαζάκια εναντίον αμερικανικών και άλλων στόχων στην Ελλάδα, το κλείσιμο των δρόμων και του αεροδρομίου μας (που εμποδίζει τις εμπορικές σχέσεις και υποδηλώνει οχλοκρατία), ο ψυχασθενής αστυνομικός που φύλαγε τον Πρέσβη και πυροβόλησε τον συνάδελφό του, το νέο κύμα των απαγωγών, οι πάμπολες επιθέσεις κουκουλοφόρων κατά ακαδημαϊκών, δημοσιογράφων και πολιτών, οι συνεχιζόμενες καταστροφές περιουσιών και πανεπιστημίων, η ανοχή και αναξιοπιστία της Ελληνικής Πολιτείας να προστατεύσει ζωές και περιουσίες, η εκπαίδευση τρομοκρατών με χημικά μολότωφ μέσα στο Πολυτεχνείο. Και βέβαια, η τελευταία επίθεση στην Κηφισιά.

Και εκεί, ανάμεσα στον καφέ και τα γλυκίσματα, στην όμορφη ατμόσφαιρα της Ουάσινγκτον, ανάμεσα στα χαριτολογήματα, τα επίσημα γεύματα και την προσεκτικά καμουφλαρισμένη γλώσσα της διπλωματίας, ο νέος Πρόεδρος κ. Ομπάμα και η κυρία Χίλαρυ που τον εκπροσωπεί, ανοιχτοί σε διάφορες παραλλαγές της παλιάς ρήσης του Theodore Roosevelt, "Speak softly and carry a big stick", θα τακτοποιήσουν μέσα σε λίγες ώρες, όλα τα διπλωματικά τους τερτίπια με την αναρχική, λαϊκίζουσα και δυσλειτουργική χώρα των Βαλκανίων. Η οποία, οχι μόνον δεν έχει κάνει τίποτα, χρόνια τώρα, για την τρομοκρατία, αλλά έχει σπαταλήσει και τεράστια λαϊκιστική ενέργεια για να την καθιερώσει στο συλλογικό υποσυνείδητο πολλών πολιτών της ως ένα είδος απολύτως αποδεκτής συμπεριφοράς, στο οποίο κάποια παιδιά των γραφικών Εξαρχείων, αγανακτισμένα που ο μπαμπάς τους έπεσε θύμα της Παγκοσμιοποίησης, πετούν εννίοτε και κανα γκαζάκι, κάτι σαν το ρύζι στους γάμους, μέσα σε ενα φεστιβαλικό περιβάλλον κοινωνικού χαβαλέ και ανομίας στο οποίο κάθε πολίτης πρέπει απαραίτητα να συναινεί.

Κανένα αμερικανικό πλήθος δεν θα κάνει διαδήλωση προς την ελληνική πρεσβεία, κανείς δεν θα αναφωνήσει «Τρομοκράτες των Βαλκανίων», καμμιά ελληνική σημαία δεν θα καεί. Τα αμερικανικά ΜΜΕ θα αγνοήσουν παντελώς (ως συνήθως), την επίσκεψη της κας Μπακογιάννη (όπως αδιαφορούν και για όλους πλήν Κινέζων, Ιαπώνων, Ρώσων, Γάλλων, Αγγλων και Γερμανών), και κανείς αμερικανός δεν θα μάθει ποτέ κατα πού πέφτει το αναρχικό νεοελληνικό κράτος της οχλοκρατίας. Οι διαφορές θα μετατραπούν σε διπλωματικές χάρες, υψηλής ποιότητας ραφιναρισμένο επικοινωνιακό τουμπεκί, και ανακοινώσεις για αλληλοθαυμασμό, συνεργασία, και αλληλοβοήθεια.

Διότι έτσι είναι η Διπλωματία. Πετάς στο τραπέζι όσα πιο πολλά μπορείς, και αρχίζεις να μιλάς. Καθ’ οδόν, αφαιρείς επιλεκτικά όσα διαπραγματεύεσαι εκ του ασφαλούς, και κρατάς μόνον εκείνα που πραγματικά σε νοιάζουν. Στο τέλος, ανταλλάσσεις εκείνα που δεν σε ενδιαφέρουν (αλλά που ο αντίπαλος νοιάζεται πολύ), με αυτά που πραγματικά θέλεις. Ανταλλάσσεις ετσι τους χαμηλούς τόνους για τις ρουκέτες και τις μολότωφ των Πανεπιστημίων, με γεωπολιτικά ανταλλάγματα στα Βαλκάνια, στην Τουρκία, στο Αφγανιστάν. Προσφέρεις καλύτερες ταξιδιωτικές οδηγίες, πιθανώς και ελεύθερες βίζες, ως αντάλλαγμα για κάποιο πιθανό βέτο. Η πανάρχαια συνταγή (στην οποία ειδικεύεται άριστα και η Τουρκία), δουλεύει καλά. Υπόγεια. Και θα δουλεύει όσο υπάρχουν άνθρωποι.

-----------------------------------------------------
Στα καθ’ ημάς - Πετραδάκι πετραδάκι χτίζονται τα συλλογικά υποσυνείδητα μερίδων του πληθυσμού. Με τη συμμετοχή πολλών. Επαναλαμβάνοντας το ίδιο μήνυμα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και με τρόπο πάντα έμμεσο.

Wednesday, February 18, 2009

Μπαράκια

‘t Eiland
Η πασαρέλα της διαφορετικότητας. Στολισμένα ανθρώπινα κορμιά, ζωγραφικές σε χέρια, πόδια και λαιμούς. Η ηλεκτρική μουσική τους άγνωστη και αυτοσχέδια. Στο πίσω μέρος του μπάρ, ένα καφενεδάκι στα κλασσικά πρότυπα των Coffee Shops. Mενού απο αγνά «χορταρικά». Αφγανικό, Λιβανέζικο, κόκκινο Νιγηριανό. Cookies και τσαγάκι για τους «επανακαμφθέντες». Οργισμένα μηνύματα κοινωνικού ξεσηκωμού, σε ουρλιαχτά, μακάμβριους ψυχεδελικούς πίνακες και άλλες φριχτές παραλλαγές. Μένει στο μυαλό ο μεγάλος πίνακας, «Το Κέντρο Βάρους» - απεικονίζει έναν άνθρωπο το μυαλό του οποίου, πρησμένο, βρίσκεται στα γεννητικά όργανα...


Mississippi Mud
Παλιό και ξύλινο, έκρυβε τα μυστικά του σ’ έναν απαλό κόκκινο φωτισμό. Σιωπηλοί θαμώνες και μυρωδιά απο μπύρα. Παρακμιακό Blues και αυτοσχεδιασμοί της Jazz. Οι θλιβερές νότες του Νότου. Πού και πού, οι δαχτυλισμοί του κιθαρίστα γλυστρούσαν και έχαναν το ακκόρντο του ρυθμού, η φωνή έμοιαζε να σβήνει απο κάποιο καημό, τα λόγια θολωναν στους ήχους. Μα το τραγούδι, μαγικά, αντί να χαλάσει, γινόταν καλύτερο, τί θαύμα, ο κιθαρίστας ξανάπεφτε στα σωστά του και ο ρυθμός επανερχόταν.

Διεύθυνση, εργαζόμενοι και μουσικοί, είχαν κάτι κοινό – είχαν όλοι τους κάνει φυλακή. Το μουσικό μπαράκι είχε σκοπό. Να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία σ’ αυτούς που πήραν τη ζωή τους λάθος. Τους προτιμούσε, τους έδινε πάλκο, δουλειά και βοήθεια. Και εκείνοι έφευγαν κατόπιν στα έγκατα της μεγάλης χώρας. Μέχρι να έρθουν οι επόμενοι…


La Victoria
Γλυκό στέκι των Λατίνων. Cubanos και Dominicanos. Ενας τρελός ξεσηκωμός, μια πανδαισία έγχορδων, πνευστών και κρουστών. Merenge, Rumba, Son και Salsa. Γλυκιά ανάμνηση ο ερωτισμός της μουσικής και τα όμορφα κορμιά που μέσα στο δέος του μουσικού ρυθμού, αλλοπαρμένα απο την ανάταση της στιγμής, αγκαλιάζονται σε διάφορους χορευτικούς αυτοσχεδιασμούς.

Οι μουσικές συναντήσεις των ισπανόφωνων της Αμερικής, είναι Ωδές προς τη Ζωή. Το αφρολατινικό μουσικό πνεύμα λειτουργεί σαν αφροδισιακό, που νοητά βάζει στο κέντρο του το ανθρώπινο κορμί, την αγάπη, το συναίσθημα, το πάθος για τη ζωή. Η συνειρμική σκέψη οδηγεί στους Αρχαίους Ελληνες. Λάτρευαν και εκείνοι τις γιορτές, θαύμαζαν τον ερωτισμό, εκθίαζαν χωρίς ενοχές το ανθρώπινο σώμα. Μέχρι που ήρθαν οι βορειότεροι, και τους έντυσαν όλους στα Βικτωριανά...


Locus Publicus
Χαμηλός φωτισμός, ξύλινες επενδύσεις. Μύριζε έντονα κερί απο τα εκατοντάδες κεριά που έκαιγαν ασταμάτητα χωμένα σε μπουκάλια Grolsch. Τόπος συνάντησης των πιο ετερόκλητων μουσικών και πολιτιστικών στοιχείων. Οι Ρώσοι εμιγκρέδες, πρόσφυγες απο τη γή του Υπαρκτού, το προτιμούσαν για τα Κυριακάτικα gigs της Κλασσικής Μουσικής. Οι Αυστραλοί περαστικοί τουρίστες (οι πιο σκληροτράχηλοι άνθρωποι που συνάντησα ποτέ μου), έκαναν εδώ τις ρόκ στάσεις τους πριν συνεχίσουν τα μεγάλα τους ταξίδια.

Και μαζί τους, μια τεράστια συνομοταξία «περαστικών μουσικών» απο το Λονδίνο, τις κάθε του κόσμου Αποικίες, τα σπλάχνα της Ευρώπης. Τα Κυριακάτικα μουσικά προγράμματα (Sunday Gigs), ήταν μια αφιέρωση στη μουσική του Κόσμου. Το ιδιο και οι θαμώνες. Ενα μωσαϊκό απο ρυθμούς, ιστορίες και ανθρώπινες εμπειρίες.

Το λατινικό όνομα του μπάρ, σημαίνει «Κοινός, Δημοσιος Χώρος». Ενας χώρος που εκθέτει μουσική, ιδέες και εμπειρίες σε κοινή θέα, σε κοινή αποδοχή και κριτική. Που δίνει Βήμα σε όλους . Γλυκιά ανάμνηση των χρόνων απο την πανέμορφη μεσαιωνική πόλη του Delft, τα δικά μας Sunday Gigs, με τραγούδια του Μάνου, έντεχνα και Ρεμπέτικα, Στο μουσικό σχήμα της εποχής, ένας κιθαρίστας (φοιτητής ζωγραφικής) απο το Ρόττερνταμ, ενας ταλαντούχος Κύπριος πολυμουσικάντης, και ένας μοναχικός ακκορντεονίστας...

---------------------------------------------
H μουσική γεύση, απο τα υπέροχα παιδιά της ομογένειας, τους μουσικούς και προσωπικούς μου φίλους που χρόνια τώρα κρατούν την ελληνική μουσική και ποίηση ζωντανή στις ακτές του Νέου Κόσμου. Για τους ωραίους αυτούς ανθρώπους, θα μιλήσουμε αργότερα. Στο τραγούδι, η φίλη Νεκταρία.

Displayed arrangement recorded under legal license, by Journey to Ithaca, in Wellspring Sound Studio, Acton Massachusetts.

Friday, February 13, 2009

Χορεύοντας με την Κούβα

Kάπου το 1970, μια νεαρή κοπέλα αγωνίζεται στη Νέα Υόρκη με το όνειρο να γίνει χορεύτρια μοντέρνου χορού. Ζεί απλά και με τα απολύτως απαραίτητα, ενώ συγχρόνως ακολουθεί εξαντλητικά προγράμματα χορού, προσπαθώντας να καλύψει τις διάφορες τεχνικές και ρεπερτόρια του χώρου. Κουράζεται πολύ, πεινάει συνεχώς, μα συνεχίζει να γυμνάζεται και να χορεύει. Μέχρι που κάπου, απαγοητεύεται. Καθώς στο μυαλό της αποκρυσταλλώνονται οι απαιτήσεις που επιβάλει μια καρριέρα στον μοντέρνο χορό, αρχίζει να αμφισβητεί και η ίδια τις ικανότητές της να τα καταφέρει.

Μπαίνοντας σε μια περίοδο έντονης προσωπικής αμφισβήτησης, και μην ξέροντας πώς να συνεχίσει, ένας απο Mηχανής Θεός της προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία – να δουλέψει σαν δασκάλα μοντέρνου χορού στην Κούβα, που τότε βρισκόταν στα ελπιδοφόρα χρόνια της Επανάστασης. Θα οργάνωνε και θα διοικούσε ένα σχολείο μοντέρνου χορού για έφηβους, θα έφτιαχνε το πρόγραμμα, την ύλη και τις ασκήσεις διδασκαλίας, και θα εκπαίδευε και η ίδια παιδιά που αγαπούσαν το χορό.

Οι περίεργοι και χαμηλών τόνων άνθρωποι που την προσεγγίζουν, της μιλούν για κάποια Επανάσταση. Η ίδια δεν γνωρίζει τίποτα σχεδόν, η πολιτική δεν είναι μέρος της ζωής της, της σκέψης της. Τα χρήματα θα είναι λίγα, την προειδοποιούν, αλλά ο σκοπός μεγάλος. Θα συμμετάσχει σε κάτι που αξίζει, κάτι για το οποίο υπάρχει κυβερνητικό ενδιαφέρον και χρηματοδότηση. Και αυτό το κάτι, απαιτεί ανθρώπους με πάθος, με αλτρουισμό, με αυταπάρνηση.

Η νεαρή χορεύτρια δέχεται την πρόσκληση, και έτσι φτάνει στην Κούβα της Επανάστασης. Ανυποψίαστη. Στο ξενοδοχείο που μένει, η υγρασία εισχωρεί στους τοίχους, τα υδραυλικά ακούγονται να χτυπούν ρυθμικά τη νύχτα, τα έντομα την ενοχλούν. Φέρνει μαζί της και μερικά πράγματα που σύντομα της ανακοινώνουν πως είναι απαγορευμένα – μερικές ελβετικές σοκολάτες. Στο λόμπυ του ξενοδοχείου, κάποια ουρά περιμένει υπομονετικά τη σειρά της για το μοναδικό τηλέφωνο που έχει γραμμή προς τον έξω κόσμο. Το ηλεκτρικό κάνει πολύωρες διακοπές. Δεν είναι σίγουρη αν η αλληλογραφία της παραδίδεται χωρίς έλεγχο, και υποψιάζεται πως ίσως να την παρακολουθούν. Οι πρώτες επαφές της με τη διεύθυνση του σχολείου, την φέρνει σε επαφή με κάποιες προσωπικότητες που μοιάζουν να βγαίνουν απο κάποιο μακάβριο βιβλίο. Αγέλαστες, σκυθρωπές, ντυμένες με χρώματα που δεν ταιριάζουν στην Αβάνα. Τους πρώτους μήνες, δεν την πληρώνουν κάν.

Η ανταμοιβή της, τα παιδιά του σχολείου. Χαρούμενες προσωπικότητες, με πάθος για τη ζωή, με γέλιο και σκληρή δουλειά, παιδιά της καθημερινότητας. Κάθε πτυχή της ζωής τους, κάθε διάσταση της εφηβικής τους ύπαρξης, είναι βουτηγμένη στην Επανάσταση. Παντού Επανάσταση. Επανάσταση για μικρούς, Επανάσταση για μεγάλους. Και πάνω απο όλα τα συμβάντα, αληθινά και φανταστικά, τωρινά και μελλοντικά, η φιγούρα του Comandante. Πανταχού παρούσα. Νοιώθει κανείς την παρουσία της, την ομιλία της, τη σκέψη της, την αναπνοή της. Στους δημόσιους χώρους, τη στιγμή που κλείνεις την πόρτα για να ξεκουραστείς. Βρίσκεται παντού.

Εν έτει 1970, ο Comandante ανακοινώνει το νέο στρατηγικό σχέδιο της Κουβανικής κοινωνίας – να προωθήσει την παραγωγή ζάχαρης σε τέτοιο επίπεδο, ώστε απο αυτή και μόνον, η Κούβα να ανεξαρτητοποιηθεί οικονομικά. Να μπορέσει να φτάσει η παραγωγή ζάχαρης στο φανταστικό επίπεδο των 10 εκατομμυρίων τόνων, που θα της επιτρέψει να μονοπωλήσει το παγκόσμιο εμπόριο ζάχαρης. Μια φανταστική ποσότητα παραγωγής, ο πλούτος της οποίας θα χρηματοδοτήσει την Επανάσταση. Μια προσπάθεια που θα απαιτούσε την αναβίωση μονάδων παραγωγής που ήταν νεκρές για χρόνια, και τη δημιουργία νέων. Τη διοικητική και παραγωγική ανασυγκρότηση της κοινωνίας γύρω απο ένα και μόνον προϊόν. Ολα για τη ζάχαρη. Ολοι για τη ζάχαρη.

Ολάκερη η κοινωνία του νησιού ρίχνεται στην παραγωγή της ζάχαρης. Με πάθος και καθοδήγηση. Οποιος δεν συμμετέχει, θεωρείται σχεδόν προδότης. Η Κούβα δεν έχει πιά χρόνο και χώρο για μοντέρνους χορούς. Χρειάζεται ζάχαρη. Πολύ ζάχαρη. Η νεαρή δασκάλα αφυπνίζεται στην πολιτική πραγματικότητα του κόσμου που ζεί, και μέσα απο την καθημερινότητα με τα παιδιά του σχολείου, τη στρατευμένη κοινωνία της Κούβας και τις ιδεολογικές κορώνες της Επανάστασης, προσπαθεί να διατηρήσει τη θέση της στο έργο που έχει αναλάβει. Για όσο καιρό της επιτραπεί, μέ όση δύναμη έχει. Μέχρι που μέσα απο δεκάδες προσωπικές ιστορίες, διαλόγους και καταστάσεις, μέσα απο τις ομιλίες του Comandante, των ανθρώπων που τον εκπροσωπούν, τα παιδιά του χορού, μέσα στα χρώματα της εξωτικής Κούβας, τους υπέροχους μουσικούς ρυθμούς και το λίγο ηλεκτρικό, χωρίς πρόσβαση σε τηλέφωνο και ελβετικές σοκολάτες, φτάνει κι αυτή σε κάποιο τέλος. Ενα τέλος συναρπαστικό...

Πρόκειται για την καταπληκτική Alma Guillermoprieto, μια Μεξικάνα της Νέας Υόρκης, που αφού ακολούθησε μια αποτυχημένη πορεία σαν χορεύτρια μοντέρνου χορού, μετεξελίσεται μέσα απο την Κουβανική εμπειρία της σε κάτι που κάνει πολύ καλύτερα – σε έναν δημοσιογραφικό και εννίοτε λογοτεχνίζοντα αφηγητή ιστοριών απο τη Λατινική Αμερική. Κατακτά έτσι, η αποτυχημενη χορεύτρια και δασκάλα χορού, μια δικαιωματική και άξια θέση στην ισπανόφωνη κουλτούρα της Αμερικής, φέρνοντας μέσα απο τις αφηγήσεις της, συναισθήματα και γεγονότα άγνωστα στους αγγλόφωνους Γιάνκηδες του Βορρά.

Την ανακάλυψα, μαζί με άλλους, την εποχή του Café Brasil. Και μέσα απο συζητήσεις για την πολυπαθή Λατινική Αμερική, μέσα σε ρυθμούς που ηχούσαν σαν προτρεπτικό μουσικό υπόβαθρο, μαζί με μυριάδες άλλα μικρά, ασήμαντα ή σημαντικά εξερευνήματα της ατίθασης νιότης, μέσα απο τις συζητήσεις ανθρώπων που σημάδεψαν με τη διαφορετικότητά τους τη ζωή μου, την συγκαταλέγω κι’ αυτή, στα χρήσιμα λάβαρα της αξιόλογης παρέας. Δεν ξέρω αν τα βιβλία της εχουν μεταφραστεί στην Ελλάδα, την προτείνω πάντως σε όσους επιθυμούν να την γνωρίσουν. Οι σκέψεις αυτού του πόστ είναι εμνευσμένες απο το υπέροχο βιβλίο Dancing with Cuba, στο οποίο η κυρία Guillermoprieto αφηγείται την εμπειρία της απο το νησί της Επανάστασης, μέσα σε ενα πλαίσιο που αναμειγνύει δημοσιογραφικά και αυτοβιογραφικά στοιχεία.


Στο μουσικό παράρτημα, ενα άλλο λάφυρο της εποχής, ο μουσικός Silvio Rodríguez. Ο Ποιητής της Επανάστασης. Υιοθέτησε ιδεολογικά τους στόχους της Κουβανικής Επανάστασης και τάχθηκε στο πλευρό του Comandante. Για αυτούς που αντλούν ρομαντισμό απο την Κουβανική Επανάσταση, η μουσική του ξεσηκώνει, προτρέπει, εξυμνεί. Αλλα πέραν τούτου, η μουσική δημιουργία στέκει απο μόνη της ποιοτικά στον χρόνο, σαν ποίημα, σαν ρυθμός, σαν δημιούργημα. Είναι μια μορφή που χαίρει τεράστιας εκτίμησης στον Λατινικό κόσμο της Ν. Αμερικής, ενα σεβάσμιο σημείο αναφοράς ακόμα και για τις μή αριστερίζουσες τάξεις.

Tuesday, February 10, 2009

Κρυφές Τελετουργίες

Hταν ένας πολύ πλούσιος γεωκτήμονας, με διασυνδέσεις τεράστιες, προϊόν της Ελλάδας του πολέμου. Είχε γή, υπηρέτες, πλούτο νόμιμο και παράνομο, κρυφές ερωμένες, συμβουλάτορες, μπράβους και υπηκόους. Κυβερνούσε μια τεράστια περιοχή με γεωργικό πλούτο, μεγάλο αριθμό ταξί, λεωφορείων, φορτηγών. Είχε λίρες χρυσές, συλλογές αρχαίων ευρημάτων, μετοχές και καταθέσεις.

Ραβόταν στην Αθήνα κατόπιν ραντεβού, τραπέζωνε υπουργούς, μητροπολίτες, δωροδοκούσε αβέρτα. Βοήθησε πολύ κόσμο, ταϊσε ακόμα περισσότερους, πάντρεψε και προίκισε δεκάδες ζευγάρια, είχε εκατοντάδες βαφτιστήρια. Τις σχέσεις του με την εξουσία τις κρατούσε μυστικές. Αδυναμίες και συναισθήματα δεν εξωτερίκευε. Κανείς δεν τον είδε ποτέ να κλαίει, να πανικοβάλεται. Κρατούσε μια απόσταση εξουσίας απο τον μικρόκοσμο που διοικούσε. Κανείς ποτέ δεν τον κατηγόρησε για οτιδήποτε. Ενέπνεε σεβασμό, κάποιο φόβο, και ήταν δίκαιος. Ηταν πραγματικά δίκαιος. Αυτό, κανείς ποτέ δεν του το αμφισβήτησε.

Kαι έχωνε τη μύτη του στις δουλειές όλων των άλλων. Είχε "πληροφόρηση". Τον έμπιστο επιστάτη Μπαρχαμπά, εναν τεράστιο σε διαστάσεις άνθρωπο, εναν καλό ειλικρινά άνθρωπο, δουλευτή της γής, που φοβόταν τον Θεό και τις αμαρτίες. Που λιβάνιζε το σπίτι του κάθε Κυριακή. Εναν άνθρωπο που τον υπηρέτησε για όλη του τη ζωή. Και κείνος, τον προίκισε κι αυτόν και τα παιδιά του, με σπίτια, με σπουδές, με λίρες. Και τον τίμησε σαν ίσον, παρόλο που δεν ήταν. Τον κάθησε σε μεγάλα γλέντια, σε καφέδες με προύχοντες, με τραπεζίτες, με πολιτικούς. Του έδωσε γνώμη και φωνή που εκείνος δεν είχε. Του έδωσε αξιοπρέπεια.

Στη μεγάλη Φόρντ της εποχής, αυτοκίνητο σήμα της επαρχίας, ο Μπαρχαμπάς, οδηγούσε μέσα στη λιακάδα. Είχε πάρει τον «μικρό» μαζί του, για την κυριακάτικη επίσκεψη, τον περίμενε με υπομονή. Οι ερωτήσεις του απλές, ήταν «ψάρεμα». Ο μικρός απαντούσε με ειλικρίνια σε όλες, δεν υποψιαζόταν τίποτα το πονηρό, η παρέα άλλωστε ήταν ευχάριστη. Ο παππούς τον περίμενε στο γραφείο του. Στις 12 ακριβώς. Σαν σε ραντεβού γιατρού.

Το κονιάκ ήταν γαλλικό. Εκείνος άναψε ένα τσιγάρο και έκατσε απέναντί του. Με κουστούμι και ρεπούμπλικα, ντυμένος σαν τραπεζίτης. Εσπασε κάποιο χαμόγελο καθώς τον μέτρησε με τα μάτια του πάνω κάτω, και κατόπιν έγυρε και τον αγκάλιασε στοργικά. «Πουλί μου, μοναχοπαίδι μου...» Ενοιωθε άνετα μαζί του. Πάντα είχε λεφτά για κείνον, δώρα. Και πολλές συμβουλές. «Οταν βγαίνεις έξω, και συναντάς κόσμο, να τον κερνάς. Να κερνάς όλο τον κόσμο. Αν δεν έχεις λεφτά, να μην βγαίνεις έξω...»

Τον ρώτησε για το σχολείο, για τα μαθήματα μουσικής. Ολα καλά, τον πληροφόρησε. Βιβλία είχε αρκετά, σχέδια πολλά. Σύντομα θα πήγαινε στην Αθήνα. Το ήξερε. Είχε μάλιστα κανονίσει και με ένα καλό εστιατόριο, να τον δέχεται κάθε μέρα για φαγητό, τα έξοδα δικά του. «Να ανέβεις στην Ακρόπολη, να πάς και στο Μουσείο, θα δείς εκεί ωραία πράγματα... Ο Μπαρχαμπάς θα σου φέρει ό,τι χρειάζεσαι.... Και πού’ σαι, τώρα που είσαι αντρας πιά, να φοράς κουστούμια. Οι άντρες κάνουν τις δουλειές τους με κουστούμια...» Θα ραβόταν σε κάποιον δικό του. Τον κύριο Αναγνωστόπουλο. Εγγλέζικο κασμίρι. Θυμάται πως γέλασε, δεν ήξερε τι ακριβώς ήταν αυτό. Εκείνος όμως τον κοιτούσε με ενα γλυκό χαμόγελο. «Αγόρι μου, παιδί μου...»

«Κάποια κυρία, γνωστή μου, θα σου τηλεφωνήσει. Τη λένε Θεοδώρα. Να τη φωνάζεις Δώρα. Είναι έμπιστος άνθρωπος, θα σε γυρίσει στην Αθήνα. Τώρα που μεγάλωσες, πρέπει να μάθεις κι απ’ αυτά...» Εμεινε κόκκαλο. Τί του έλεγε; Το κονιάκ τέλειωνε. «Η ώρα πήγε δύο. Ωρα για φαγητό. Σήμερα είναι τα γενεθλιά σου...Γίνεσαι πια άντρας...»

Η ζωή έχει στιγμές κορύφωσης. Και η κυρία Θεοδώρα, η Δώρα των ονείρων, ήταν σκέτη κορύφωση. Μαύρα πυκνά μαλλιά και βλέμμα αρπακτικό, ακτινογραφία που σε διάβαζε και σε διαπερνούσε.. «Πάντα ήθελε να τον γνωρίσει». Και οι όμορφες Αθηναϊκές νύχτες, ήταν το ιδανικό σκηνικό. Με φώτα χαμηλωμένα, για κρυφούς εραστές που έχουν πολλά να πούν και να νοιώσουν. Μπλεγμένος στα μαύρα μαλλιά της γόησσας και στα μακριά πόδια της ηδονής, ανοιξιάτικια παραγγελιά ακριβή και σκερτσόζα, χαμένος στις μυρωδιές των αρωμάτων και στα λευκά καλοσιδερωμένα σεντόνια, τα κασμίρια του κ. Αναγνωστόπουλου έγιναν κουβάρια. Μια γλυκιά ενηλικίωση... Τόσο όμορφα, τόσο αισθησιακά...

Και για όσα χρόνια ακολουθούν, σαν τάμα ακριβό και πολύτιμο της ζωής φυλαχτό και δώρο, μέσα απο αντοχές και χρόνους , θα φυλάξει μέσα του βαθιά, όσο μπορεί, το αισθησιακό εκείνο συναίσθημα της ορμής, τη μυρωδιά της αγάπης, το τρυφερό κορμί, και εκείνα τα υπέροχα γοβάκια.

Στην εκκλησία της Κυριακής, φορούσε το καινούργιο του κασμίρι. «Εχει η ζωή πολλά τερτίπια αγόρι μου... Μ’ ενα κερί όμως, σβήνουν όλα...»

Monday, February 9, 2009

Analysis - Paralysis

Κάθε φορά που ο έλληνας υπουργός Οικονομικών πάει στις Βρυξέλλες για να συζητήσει με τους ευρωπαίους εταίρους του, βγαίνει και η «φατσούλα» στην τηλεόραση του Μega για να πεί την απλουστευμένη αριστερίστικη μαλακία ατάκα της.

«H Eυρωπαϊκή Ενωση, οι βιομήχανοι, τα κόμματά τους, ειναι μια συμμαχία που στόχο έχει να φορτώσει τις συνέπειες της κρίσης στο λαό».

Keep it fifth grade comrades...

Εν τω μεταξύ, μην ξεχνάμε και τη συνάντηση των Γιγάντων...

Ελα ρε Αλαβανάκο, συνεργάσου, άσε με να κυβερνήσω. Είναι η σειρά μου. Είμαι ο άλλος Καταλληλότερος. Και όταν βγώ θα σου δώσω και εγώ μερικά υπουργεία για να παίζεις με τον Τσίπρα. To fuck around, που λέμε και στην Αμερική. Λαϊκά υπουργεία σκέφτομαι. Το Παιδείας, το Ανάπτυξης, τέτοια. Εκεί είναι τα δυνατά σημεία σου. Θα δαμάσεις την Παγκοσμιοποίηση, θα φτιάξεις Πανεπιστήμια που θα φυσάνε, θα κάνεις δίκτυα αγροτικής παραγωγής που θα παράγουν μόνα τους. Αν εφαρμοστεί ο Σοσιαλισμός μας εκεί σύντροφε, τύφλα νάχουν τα υπόλοιπα. Θα καεί το πελεκούδι. Οι ευρωπαίοι συνάδελφοι θα παθουν και την πλάκα τους. Lots of fun Alekos. Και πές και σ’ εκείνον τον Τσίπρα, να πουλήσει το μηχανάκι. Το ΠΑΣΟΚ θα σας πάρει τρακτέρ. Θα μπλοκάρετε τον ευρωμουνόδρομο. Μέσα και οι κουκούλες.

Thursday, February 5, 2009

Au Sommet du Monde

Aς ξεφύγουμε για λίγο απο τα καθημερινά, για λίγη γαλλική μουσική γεύση. Απο την πανέμορφη Πόλη του Φωτός, το ζωντανό μουσείο της Τέχνης και φυσικά του Ρομαντισμού. Απ’ όλες τις χώρες αυτού του κόσμου, η Γαλλία είναι κατα τη γνώμη μου, η μόνη χώρα, που στο συλλογικό υποσυνείδητο των περισσοτέρων ανθρώπων, διεθνώς, ενδιαφέρει όχι μόνον ως Φύση, Τέχνη και Αρχιτεκτονική, αλλά και ως συγκεκριμένη Πρόταση Ζωής. Μια εναλλακτική αντιπρόταση στον παγκοσμιοποιημένο Αγγλοσαξωνισμό του ψυχρού ορθολογισμού.

Eχω βίώσει απο κοντά, την αγωνία των Γάλλων για την κουλτούρα τους, το "δικό τους τρόπο". Με ένα μάτι στην Ευρώπη, και το άλλο στην Αμερική... Την αγωνία για τη διατήρηση ενός κόσμου με κέντρο τη Γαλλία. Τη Γαλλική Πρόταση Υπαρξης. Ατελής ίσως, όπως όλα, αλλά όμορφη και αληθινή. Γεμάτη ζωή και αισθησιασμό. Μάνα του Κρατισμού, αλλά και της Αμφισβήτησης. Πληγωμένη απο τη θέση της στον σημερινό κόσμο, αλλά ύπερήφανη, αυτόνομη και αξιοπρεπής.

Η μουσική αισθητική της πόλης του Παρισιού, αναβιώνει πλέον μέσα απο μιά νέα γενιά ανθρώπων, αυτή τη φορά πιό διεθνοποιημένη, πιό ανοιχτή σε ήχους, αλλά πάντα γαλλική. Ενα απο τα απραγματοποίητα όνειρά μου, είναι να ζήσω κάποτε εκεί για αρκετό διάστημα, φωτογραφίζοντάς τη, γράφοντας, και μαθαίνοντας την ποιητική της γλώσσα.

Μεταξύ των μουσικών,και η Πρώτη Κυρία...

----------------------------------------
Picture by Locus Publicus, free for public use
Jardíns de les Tuileries
Paris, France

----------------------------------------

Sunday, February 1, 2009

Las Vegas

"Είναι μια πόλη ηλίθια», λέει ο David, αφήνοντας το εξωτικό ποτό του πάνω στο τραπέζι. «Μια πόλη φαντασίας. Ερχεται εδώ ο καθένας να ζήσει μια φαντασίωση, να επισκεφτεί ενα ψεύτικο Παρίσι, μια ψεύτικη Βενετία, μία απομίμηση της Νέας Υόρκης. Ενας ψεύτικος κόσμος."

"Και δεν χρειάζεται αυτός ο κόσμος;" αντιδρά η Jane. «Εχετε έρθει στο Αρκανσα; Να δείτε ωμή φτώχεια και κακομοιριά. Μακάρι να είχαμε τόσο φώς στο Αρκανσα. Θεέ μου, να μπορούσα να φύγω!"

"Δεν είναι τέλεια πόλη" συμπληρώνει ο Steeve. Είναι φτιαγμένη μόνον να τη δείς νύχτα. Μέσα στα φώτα. Μια πόλη μονοδιάστατη. Με κύριο στοιχείο της τα καζίνα. Για φανταστείτε να μεγαλώνετε παιδιά σε μια πόλη γεμάτη καζίνα και γυναίκες της σειράς. Τέλεια πόλη είναι το Σικάγο. Με τα καλά του και τα κακά του. Τα έχει όμως όλα. Οχι μόνον Χολυγουντιανές διακοσμήσεις."

"Δεν υπάρχουν τέλειες πόλεις Στήβ», απαντά η Jane. Μόνον ευτυχισμένες και δυστυχισμένες πόλεις υπάρχουν. Και εδώ μεγαλώνουν παιδιά. Τούτη εδώ είναι μια χαρούμενη πόλη. Πιστέψτε με, ξέρω απο πόλεις θλιβερές."

"Μα δεν σας ενοχλεί αυτή η απομίμηση;» ρωτάει ο David. «Ξέρετε τί κτίριο είναι αυτό μπροστά απο το καζίνο; Η Οπερα του Παρισιού! Σε απομίμηση. Κοιτάξτε και τον Πύργο του Αιφελ. Πιο κάτω, το Αγαλμα της Ελευθερίας, η Γεφυρα του Μπρούκλυν, γόνδολες σαν την Βενετία, το Λούξορ της Αιγύπτου. Δεν σας ενοχλεί αυτή η βλακώδης απομίμηση της τέχνης, της αρχιτεκτονικής, το ψεύτικο της όλης αισθητικής; Δεν είναι γελοίο;".

"Δεν έχω πάει ποτέ μου στο Παρίσι", απαντά η Jane. Ούτε ξέρω με τι μοιάζει η Οπερα. Ούτε έχω ακουστά το Λούξορ. Ερχομαι απο το Αρκανσα. Δεν είχα στη ζωή μου χρόνο και πολυτέλεια για τέτοια. Μου αρκεί που υπάρχουν. Είμαι εδώ για να περάσω ένα ευτυχισμένο τριήμερο. Δεν είχα πολλά Χολυγουντιανά τριήμερα στη ζωή μου".

"Αν δεν ήταν τα λεφτά, αυτός ο κόσμος δεν θα υπήρχε» λέει ο Steeve. «Είναι πάντως τρομερό κατόρθωμα να μπορέσεις να πείσεις τόσους ανθρώπους να έρθουν εδώ, να παντρευτούν, να κάνουν διακοπές, να ψωνίσουν, να ερωτευθούν. Στη μέση της ερήμου!"

Ομορφος ο χώρος του καζίνου, με τα τεράστια τραπέζια του τζόγου και τους αναπαυτικούς καναπέδες στα μπαράκια. Το εσωτερικό του ταβανιού, είναι βαμμένο ουρανός. Μπλέ ουρανός με άσπρα σύννεφα. Και έναν φωτισμό απαλό που σε κάνει να ξεχνάς πως βρίσκεσαι σε εσωτερικό κτιρίου. Το οξυγόνο της ατμόσφαιρας σε αναζωογονεί. Η ατμόσφαιρα θυμίζει με μαεστρία το Παρίσι. Απόγευμα άνοιξης, στο Σηκουάνα.

Η ξανθιά γκαρσόνα σερβίρει δεύτερο γύρο με ποτά. Είναι μια όμορφη γυναίκα. Τη λένε Ιρκα, και είναι απο την Ουγγαρία. Περαστική για Καλιφόρνια, μένει εδώ με άλλες τρείς κοπέλες για λίγο καιρό (ίσως χρόνια). Τα λεφτά είναι καλά. Μοιράζονται ενα διαμέρισμα. Μια μέρα θα φύγει. Τώρα είναι καλά. Σαν να ζείς σε ταινία. "Πόσα δωμάτια έχει το ξενοδοχείο κ. Ιρκα;" "Δεν είμαι σίγουρη κύριε, νομίζω τουλάχιστον τρείς χιλιάδες. Θα ρωτήσω και θα σας πώ σίγουρα".

"Θα πάω να παίξω εκατό δολλάρια, τά έκανα ψιλά, λέει η Jane. Βέβαια και θα χάσω. Μ’ αρέσει όμως ο ήχος του κουλοχέρη." "Εγώ θα τρέξω να δώ ένα μιουσικαλ", λέει ο David. Είναι ο μόνος τρόπος να ξεφύγω απο τον ήχο των καζίνων. Ευτυχώς απο δαύτα, υπάρχουνε πολλά. Και φτηνά".

"Εγώ προτείνω ένα βραδινό μπουφέ" λέει ο Steeve. "Απο μπουφέδες όμως, δεν πιστεύω να έχετε παράπονο. Ατέλειωτη φαντασμαγορία τυριών, σαλαμικών, χώρια τα θαλασσινά, τα μεσογειακά φαγητά, τα γλυκίσματα. Τρώω ήδη τρείς φορές τη μέρα. Αλήθεια δεν μας είπες. Εσένα σ’ αρέσει το Λάς Βέγκας;"

Ατέλειωτα τα φώτα της πόλης της Νεβάδας. Λένε πως καίει σε ηλεκτρικό όσο ολόκληρες χώρες. Πως μοιάζει με φωτεινή κουκίδα απο το διάστημα. Και γύρω της, όλα σκοτεινά. Είναι στην ουσία ενας δρόμος. Το περίφημο Strip. Εκεί βρίσκονται όλα τα καζίνα. Που συνδέονται μαζί τους με τρενάκι. Το κάθε καζίνο είναι και ένα άλλο «θέμα». Αίγυπτος, Ιταλία, Μοντε Κάρλο. Στο ξενοδοχείο μας, το Hotel Paris, η απομίμηση της Οπερας δεν είναι καθόλου της πλάκας. Εχει πάνω της τρομερή μελέτη και μαστοριά, καλά υλικά και τέχνη με μεράκι. Μια πραγματική γρανιτένια απομίμηση, με γλυπτά και αετώματα. Τα δωμάτια φτηνά, το φαγητό επίσης. Για όσους μισούν και πλήττουν με τα καζίνα, υπάρχουν τα αναρίθμητα μικρά περιποιημένα μαγαζάκια, μπάρ και εστιατόρια. Με εσωτερικά συντιβάνια που συνδιάζουν την κίνηση νερού και φωτιστικών. Με λεπτομέρια διακόσμησης απαράμιλλη. Και οι υπέροχοι εσωτερικοί κήποι, οι μυθικοί μπουφέδες, τα εξωτικά ποτά, και τα μυριάδες θεατρικά μιούζικαλ.

Υπάρχουν βέβαια και τα «άλλα». Ομάδες ανθρώπων, συνήθως μεξικανοί, μοιράζουν φυλλάδια με όμορφες γυναίκες που προσφέρουν «υπηρεσίες». Είναι νόμιμο. Το στρίπ έχει στρατιωτική πειθαρχία και παρακολούθηση. Αόρατη αλλα ατσαλένια. Κάποια στιγμή, μερικοί τύποι, μεθυσμένοι, άρχισαν να φωνάζουν και να χειροδικούν. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, ομάδες οπλισμένων σεκούριτι έκαναν την εμφάνισή τους. Το Βέγκας δέν εχει παρεκτροπές. Μετακινεί δισεκατομμύρια δολλάρια (με νταλίκες που πάνε και έρχονται), και έχει καλή φήμη. Κάνεις πολλά behind closed doors. Στο δρόμο όμως, σεμνά και ταπεινά.

Στο πρωινό ντούς, το ζεστό νερό με χτυπάει με δύναμη στο πρόσωπο. Στην ηδονή της κάθαρσης, ολοκληρώνω τη σκέψη μου. Είναι 9 και μισή το πρωί. Κάπου τώρα, σκέφτομαι, μεταξύ 8 και 10, τρείς χιλιάδες άνθρωποι θα ξυπνήσουν σ’ αυτο μονάχα το ξενοδοχείο. Και θα κάνουν μπάνιο. Τρείς χιλιάδες δωμάτια, με πλήρη κλιματισμό, θα προσφέρουν ζεστό νερό παντού και σ’ όλους, χωρίς υδραυλικά προβλήματα θέρμανσης και ροής νερού. Τί είδους υδραυλικά και ηλεκτρικά, έχει αυτό το ξενοδοχείο; Τι είδους σκέψη έχει πέσει στη δικτύωση και κατασκευή αυτού του χώρου; Τί επιστήμη, τι μεράκι, τι γνώση! Με νερό που έρχεται (και συγκεντρώνεται) απο άλλη Πολιτεία, το Colorado, γιατί η Νεβάδα δεν έχει τίποτα. Ενα τέλειο μηχανικό θαύμα!

To Las Vegas είναι η τέλεια τουριστική επιχείρηση. Η τέλεια κατασκευασμένη πόλη. Ναι, ειναι μονοδιάστατη, δεν θέριωσε απο την αγροτική Αμερική όπως το Σικάγο, δεν έχει πίσω της αγροτικούς και εργατικούς αγώνες, αλλά είναι μια πόλη χαρούμενη. Τέλεια μηχανικά και στρατηγικά σχεδιασμένη. Να παράγει χαρά, ευτυχία, και πλούτο εκ του μηδενός. Σε μια πολιτεία που στην ουσία είναι ακατοίκητη. Να δημιουργεί εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Να φέρνει εδώ, έστω, αυτούς που δεν μπορούνε να πάνε στο Παρίσι. Και να τους κάνει ευτυχισμένους.

Το μυαλό μου τρέχει στην Ελλάδα. Θα μπορούσαμε να φτιάχναμε κάτι τέτοιο στην πατρίδα; Ενα "θέμα ελληνικό", μια "Αρχαία Ελλάδα", κάπου σε ένα νησί, κάτω απο τον ηλιόλουστο ουρανό της Μεσογείου; Μια νέα Ακρόπολη, κάποιες νέες Μυκήνες; Με σεβασμό, να αποτυπώναμε τη ζωή ενός κόσμου που χάθηκε, μιας αισθητικής που δεν υπάρχει πια. Να δίναμε στους αρχιτέκτονες και τους μηχανικούς μας τη δυνατότητα της δημιουργίας μιας αρχαίας πολης, στους καλλιτέχνες μας έναν καμβά να ζωγραφίσουν, στους ιστορικούς και δασκάλους μας, την δυνατότητα να φτιάξουν ταινίες και μουσειακό υλικό. Να δημιουργούσαμε ενα εκατομμύριο νέες δουλειές, πλούτο για τη νέα γενιά, χρήμα για την κοινωνία μας. Να φέρναμε εδώ όλην την Ευρώπη, όλο τον κόσμο. Και ενώ θα τους δείχναμε με σεβασμό το δημιούργημά μας χρησιμοποιώντας το δυνατότερο διαχρονικό μας όπλο, τον ιστορικό πολιτισμό μας, συγχρόνως θα κάναμε και κέρδος για τις σύγχρονες ανάγκες μας. Χρειάζεται αγάπη για τις επιχειρήσεις, τεχνογνωσία επιπέδου, μαστοριά και γνώση ακόμη και για την απομίμηση. Χρειάζεται συνείδηση παροχής υπηρεσιών, σεβασμός προς τον πελάτη, αστυνόμευση του χώρου.

Θα θέλαμε; Σίγουρα θα προσκρούαμε στο κλασσικό πρόβλημα της «πολιτιστικής κληρονομιάς». Και σωστά θα ήταν να το σκεφθούμε. Θα μας μείωνε; Οι Αμερικανοί έφτιαξαν το Βέγκας, αλλά κράτησαν την Ουάσινγκτον αλώβητη, πνιγμένη στα μουσεία, τα πάρκα και τις λεωφόρους, και στην κλασσική και μοντέρνα αρχιτεκτονική του συμβολισμού. Οι Γάλλοι έφτιαξαν το Disney Land αλλά κράτησαν το Παρίσι ένα πανέμορφο μουσείο.Κάπου στην Ασία, κάποιοι άλλοι κατασκεύασαν απο το μηδέν την πόλη της Σιγκαπούρης. Τελευταία, οι βεδουίνοι Αραβες μπήκαν στο χορό με την δική τους ιδέα, της φουτουριστικής πόλης του Ντουμπάι.

Δεν νομίζω πως το Βέγκας μειώνει την Αμερική και την Ιστορία της. Αντίθετα, τη δυναμώνει. Προσθέτει στη δύναμη της, στην Ιστορία της, στην προσωπικότητά της. Υπάρχει αυτόνομα, έξυπνα, με δικό του σκοπό και ύφος. Στις κλασσικές πόλεις της Ανατολικής ακτής, βλέπει κανείς την Ιστορία, την καταβολή. Στο Βέγκας, ζεί κανείς τη φαντασία και τη δυνατότητα του Ανθρώπου να δαμάσει τη φύση και το μέλλον του.

Τελικά, Yes Steeve, I love Vegas…

-------------------------------------------------
Aπο μια αληθινή συζήτηση μεταξύ φίλων. Απο τις παλιές, χρυσές εποχές του Silicon Valley, τότε που οι εταιρείες έστελναν συνεχώς μέλη τους για αναψυχή και σεμινάρια στη φωτεινή πόλη της Νεβάδας.

Sweet extravagance, no doubt, to last for a lifetime…
-------------------------------------------------