Sunday, March 29, 2009

Springlets

Απο τα σπάργανα της γής, μωβιά ξεπεταρούδια, τα λουλουδάκια της πρωινού ανοίγουν το χαμόγελό τους στον ήλιο της ημέρας. Εβγαλε η κόρη μου μια κραυγή χαράς σαν τα είδε να μωβίζουν δισταχτικά στην άκρη του κήπου, μέσα απο μια γή καμμένη απο τους παγετώνες του χειμώνα. Πάσχισα και γώ να αποθανατίσω τη νέα ζωή της άνοιξης, τον σπόρο της ζωής που παραμονεύει να ξεπεταχτεί και πάλι στην ανακύκλωση της φύσης. Ενας μυστικός κώδικας ζωής που δεν θα μαθευτεί ποτές. Της αφιερώνω την ανάρτηση. Εκείνη, μου χάρισε τον τίτλο.

Μαζι της, και μια ανοιξιάτικη νότα έπαρσης.

Tuesday, March 24, 2009

Με οδηγό την Γνώση

Οταν η παγκόσμια οικονομία σταθεροποιηθεί και πάλι μέσα απο ένα καινούργιο σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης (με την όποια μορφή πάρει), οι κερδισμένοι της κρίσης και αυριανοί ηγέτες αυτού του κόσμου, θα είναι εκείνοι που εν μέσω κρίσης, τη δύσκολη δηλαδή στιγμή της καταστροφολογίας, οραματίστηκαν κάτι το καινούργιο και το πρωτοποριακό.

Και το χρηματοδότησαν αδρά, προσαρμόζοντας όλους τους μηχανισμούς γνώσεις (πανεπιστήμια, οργανισμούς και εταιρείες) προς καινούργιες και επαναστατικές κατευθύνσεις.

Ενα λαμπρό παράδειγμα πρωτοποριακής σκέψης, έρχεται απο την πολιτεία της Μασσαχουσέττης, έδρα πενήντα τουλάχιστον καλά οργανωμένων και σοβαρών πανεπιστημίων, με στέρεη επιχειρηματική βάση, κουλτούρα γνώσης, νοοτροπία καινοτομίας, ρίσκου και οραματισμού, και πηγή παραγωγής σκέψης παγκόσμιας εμβέλειας και κύρους.

Πρόκειται για την χρηματοδότηση ερευνών σε θέματα Βιολογίας και Ιατρικής, που θα στηριχθούν πάνω στις έρευνες για τα Βλαστοκύτταρα. Η κυβέρνηση της πολιτείας της Μασσαχουσέττης, επεξεργάστηκε ένα σχέδιο επένδυσης και παραγωγής, που θα χρηματοδοτήσει πανεπιστήμια, νοσοκομεία και ειδικά κέντρα ερευνών, για μεγαλύτερες βιοιατρικές έρευνες.

Το κυβερνητικό σχέδιo ανακοινώθηκε πέρσι απο τον κυβερνήτη της πολιτείας κ. Deval Patrick, και συμπεριλαμβάνει ένα πακέτο χρηματοδότησης ύψους 1.25 δις δολλαρίων, στο οποίο συμμετέχουν κατα 25% και ιδιωτικές επιχειρήσεις (παίρνοντας το ανάλογο ρίσκο). Τα χρήματα θα καλύψουν εργαστηριακές έρευνες, εκπαιδεύσεις ερευνητών, και ειδικές Τράπεζες αποθήκευσης βλαστοκυττάρων.

Το σχέδιο εκπονήθηκε πριν την οικονομική κρίση του 2008, και επι προεδρίας Μπούς, ο οποίος μάλιστα είχε παγώσει τη χρηματοδότηση ερευνών πάνω σε εμβριακά βλαστοκύτταρα, με αποτέλεσμα η έρευνα να μεταφερθεί στην Ν. Κορέα και την Ιαπωνία. Με το σχέδιο αυτό, η Μασσαχουσέττη φιλοδοξεί να βρεθεί ισχυρά στην πρωτοπορία της Βιολογίας και της Ιατρικής του επόμενου αιώνα.

Παρόλους τους περιορισμούς της κυβέρνησης Μπούς και τα εμπόδια, η έρευνα συνεχίστηκε απο ανθρώπους όπως ο κ. Douglas Melton, παράγοντας βλαστοκύτταρα όχι μόνον απο έμβρυα, και κατορθώνοντας με τον καιρό να τα πολλαπλασιάσει σε τεχνητό περιβάλλον, καταργώντας έτσι και την εξάρτηση απο τα αρχικά κύτταρα.


Στο Stem Cell Institute (HSCI) του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, η μάχη δίνεται σήμερα για την παραγωγή κυττάρων που θα μπορούσαν να μεταφυτευθούν σε έναν ανθρώπινο οργανισμό, αντικαθιστώντας γηρασμένα και άρρωστα κύτταρα με υγιή, παράγοντας τους φορείς αντισωμάτων που αντιστέκονται βιολογικά στην επιδείνωση κυττάρων με ασθένειες όπως το AIDS, Parkinson, και Alzeimer's.

Zώντας με το διαβητικό παιδί του (Τύπου Ι), ο κ. Melton έχει μια προσωπική βεντέτα με την ασθένεια του Διαβήτη. Μέρος της βιοχρηματοδότησης θα αφιερωθεί στην ήδη ελπιδοφόρα έρευνά του, για την παραγωγή κυττάρων που θα μπορούν να παράγουν Ινσουλίνη ματαφυτευόμενα στο Πάγκρεας ενός ανθρώπου. Θα είναι ένα ιατρικό θαύμα. Τα ασθενικά διαβητικά κύτταρα θα μπορούν να αντικατασταθούν με άλλα υγιή, γιατρεύοντας ετσι για πάντα τον «σιωπηλο δολοφόνο» (και καταργώντας διαπαντός τις ενέσεις Ινσουλίνης).

Τις αρχές Μαρτίου, ο νέος πρόεδρος κ. Ομπάμα, υπο την καταιγιστική έγκριση της επιστημονικής κοινότητας, αντέστρεψε με ειδικό διάταγμα τις απαγορευτικές διατάξεις του νόμου Μπούς περι βλαστοκυττάρων, ανοίγοντας έτσι ξανά, την πόρτα για την αναβίωση της Βιολογίας του 21ου αιώνα.

Το κυβερνητικό σχέδιο του κυβερνήτη της Μασσαχουσέτης κ. Deval Patrick, εχει και αυτό εγκριθεί απο την τοπική Βουλή, και η χρηματοδότηση θα γίνει μέσα απο τον ειδικό οργανισμό The Massachusetts Life Sciences Center. Η κυρία Susan Windham Bannister, πρόεδρος του οργανισμού, είναι τώρα υπεύθυνη για να μοιράσει ένα δισεκατομμύριο δολλάρια, και να δημιουργήσει έναν πυρήνα έρευνας και εταιρειών, μέσα απο τον οποίον θα δημιουργηθούν πολλές μελλοντικές δουλειές, και φάρμακα για την ανθρωπότητα.

Δεν έχω παρα να καταθέσω τον θαυμασμό μου για το σχέδιο του κυβερνήτη κ. Deval Patick, και την όλη ολοκλήρωση του σχεδίου. Είναι ένα παράδειγμα στρατηγικής και χρήσιμης σκέψης προς μίμηση. Για τους ενδιαφερομένους, παραθέτω ενα αρθρο του ΤΙΜΕ για τα βλαστοκύτταρα, και ένα βίντεο με μια συνέντευξη της κας Susan Windham Bannister σε τοπικό κανάλι της Βοστώνης. Είναι ακριβώς η στρατηγική σκέψη και σοβαρότητα που θαυμάζω.

Monday, March 23, 2009

Ανοιξιάτικες επισκέψεις...

Θυμήθηκε φευγαλέα τη δροσιά του πρωινού, τα λουλούδια της αυλής, το αρχοντικό σπίτι με τη τη θέα στη θάλασσα. Τους εργάτες που περπατούσαν στον χωματένιο δρόμο, μισοξυπόλητοι, καθοδόν πρός τα ζαχαροκάλαμα. Και την αρχαία εκκλησιά των Ισπανών που ηχούσε την κυριακάτικη καμπάνα της σύναξης. Μια λουλουδιασμένη φυλακή το νησί του Κολόμβου, ένας κόσμος χωρισμένος στα δύο. Οι μαύροι της Αϊτής απεδώ, οι εκλεκτοί απόγονοι των Ευρωπαίων απεκεί. Θεσπέσιες μουσικές, φαγητά κι αρώματα. Και στο κέντρο, το αρχοντικό σπίτι με τα πολλά χρώματα, τα άλογα, τα εξωτικά φρουτόδεντρα. Μέτρησε τα προσωπικά του λάφυρα...

Κάποια ανησυχία τον ξύπνησε. Εγειρε το κορμί του να την αντικρύσει. Είδε την τηλεόραση να παίζει χαμηλόφωνα μέσα στη νύχτα, μερικά βιβλία στο πάτωμα. Σηκώθηκε ταραγμένος. Καθώς έβαζε τον πρωινό καφέ στο φλυτζάνι, κατάλαβε πως εκείνη είχε έρθει ξανά στο όνειρό του. Στο μυαλό του έπαιζε μια μελωδία. Τινάχτηκε για να αποφύγει τη μυρωδιά της που τον έκαιγε. Ενοιωσε ξαφνικά την Ανοιξη να πλησιάζει. Και το περίεργο συναίσθημα που κάθε τέτοια εποχή του χτυπούσε την πόρτα βίαια. Εμεινε σκεπτικός μες στο σκοτάδι...

Friday, March 20, 2009

Ταξίδι στην Ιθάκη

Μια ομάδα φίλων της ομογένειας, μαζευτήκαμε κάποτε σε κάποιο σπίτι με σκοπό να μελοποιήσουμε τους στίχους ενός φίλου, που ενώ επίσημα ασκούσε το επάγγελμα του Χρηματιστή, για μάς ήταν απλά ένας καλός και αφανής ποιητής. Κανείς μας δεν ήταν επαγγελματίας μουσικός, κανείς μας δεν είχε πείρα απο συναυλίες και ηχογραφήσεις. Δεχτήκαμε τον όποιο ερασιτεχνισμό μας σαν πρόκληση για μεγαλύτερη μουσική μάθηση και παιδεία, και τον σκοπό σαν μια ευκαιρία για καλή παρέα και συζήτηση.

Και έτσι, γεννήθηκε το Ταξίδι στην Ιθάκη. Ενα μουσικό σχήμα πέντε φίλων, μεταξύ των οποίων και ο οικοδεσπότης σας, που μαζευόνταν τις κυριακές για πρόβες στα σπίτια μας, προσφέροντας εξαιρετικούς μεζέδες και καλή παρέα. Η μοναξιά της μετανάστευσης είναι μερικές φορές παραγωγική. Στις συναντήσεις ανταλλάσονταν βιβλία, μουσικές ιδέες, αστεία και άλλα ομογενειακά. Αλλος ενδιαφερόνταν για κάποια πανεπιστημιακή μουσική εκπομπή, άλλος για την τοπική τηλεόραση, άλλοι συμμετείχαν σε διάφορες ομογενειακές οργανώσεις. Κάποιος φίλος, ο Θανάσης (τραγουδιστής του σχήματος), τρομερός και ατρόμητος ιστιοπλόος και μεγάλος πλακατζής, μας μιλούσε απο τότε για το όνειρό του να περάσει τον Ατλαντικό με σκάφος.

Μετά απο μερικές συναντήσεις, το σχήμα απέκτησε καλύτερη κατευθυνση και σκοπό. Θα σχημάτιζε έναν νομικό μη κερδοσκοπικό οργανισμό, και θα έκανε διάφορες συναυλίες, τα έσοδα των οποίων θα τα μοίραζε σε διάφορους σκοπούς. Και έτσι έγινε. Σταδιακά, το συγκρότημα ενοικίασε τον δικό του χώρο σε κάποιο βιομηχανικό κτίριο, και εκεί, άρχισε να επανδρώνει ένα μουσικό στούντιο, που σιγά σιγά, εκτός απο το όμορφο σαλόνι, απέκτησε και συστήματα ηχογράφησης, καλά μικρόφωνα, και πληθώρα άλλων μουσικών αντικειμένων. Οι συναντήσεις εντατικοποιήθηκαν.

Κάποτε, το συγκρότημα χρειάστηκε έναν πιανίστα για μια συγκεκριμένη μουσική συναυλία. Βάλαμε λοιπόν μια αγγελία στην τοπική εφημερίδα, και ξάφνου, έγινε κατακλυσμός ενδιαφερομένων. Παιδιά απο την Ελλάδα και την Κύπρο που σπουδαζαν μουσική, διάφοροι άλλοι βαλκάνιοι ενδιαφερόμενοι απο τα κράτη που πολιτικά αντιμάχεται η Ελλάδα, και αμερικανοί γιάπηδες το πρωί και χίππυδες το βράδι, με ενδιαφέρον για την μουσική. Ετσι, μετά απο μερικές δύσκολες συνεντεύξεις, το γκρούπ επανδρώθηκε πλήρως μουσικά, καί άρχισε μια ενδιαφέρουσα πορεία. Η μουσική ενώνει.

Οι πρώτες συναυλίες σε ομογενειακό κύκλο, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη. Ηταν τρομερό να βλέπεις πως απο το απόλυτο μηδέν, ένα μουσικό σχήμα μπορούσε να κάνει μουσικές συναυλίες με αρχικό κοινό 400 τουλάχιστον άτομα. Και οι ομογενείς μας, πολλοί απ αυτούς με ελάχιστη πλέον σχέση με τα δρώμενα της σύγχρονης Ελλάδας, έρχονταν με τα παιδιά τους, να ακούσουν τις έντεχνες μουσικές διαδρομές, πληρώνοντας το υπέρογκο εισιτήριο των 10 ή 20 δολλαρίων, ανάλογα με τον σκοπό.

Δεν υπερβάλλω, και είμαι υπερήφανος να πώ, πως με τον τρόπο αυτό, μαζεύτηκαν χιλιάδες δολλάρια, που δόθηκαν σε κάποιο σκοπό που άξιζε. Και δεν είναι μόνον αυτό. Εμφανίστηκαν σύντομα, μέσα απο τους ελληνικούς συλλόγους, εθελοντές κάθε είδους, άλλος για το πρόγραμμα της συναυλίας, άλλος για την οργάνωση, και πολλές μα πολλές κυρίες για εθελοντικές προσφορές φαγητού, και άλλων εδεσμάτων που προσφέρονταν στο τέλος της συναυλίας. Ολα δωρεάν και εθελοντικά.

Και έτσι συνεχίσαμε. Στα επόμενα μερικά χρόνια, πριν το γκρούπ διαλυθεί απο τις δυναμικές του χρόνου, έντεχνα μουσικά προγράμματα παρουσιάστηκαν σε υπέροχα πανεπιστημιακά θέατρα, άλλα μοντέρνα, και άλλα κλασσικά. Και μέσα απο αυτή την επαφή, γνωριστήκαμε και με τον ακαδημαϊκό και επιχειρηματικό κόσμο της ομογένειας, που ειναι τεράστιος, καλόβουλος και ευρηματικός.

Εγιναν πάνω απο 15 συναυλίες, δύο ηχογραφήσεις απο τις οποίες το γκρούπ ζημιώθηκε τα μέγιστα, και απίθανες συγκεντρώσεις και συζητήσεις. Επιστρέφοντας απο μια διαδήλωση κατα του πολέμου του Ιράκ στη Νέα Υόρκη, ο φίλος και ποιητής Μακης Εμμανουηλίδης, έγραψε ένα καταπληκτικό και βαθιά προβοκατόρικο πολιτικό τραγούδι, το οποίο τελειοποιήθηκε στο αυτοκίνητο, στον δρόμο της επιστροφής. Καποια δοκιμαστικά στάλθηκαν μαζί με μια αίτηση του συγκροτήματος, να συμμετάσχει το άσμα στη Γιουροβίζιον! Απορριφθήκαμε ασυζητί. Νομίζω πως χάσαμε απο τον κ. Καρβέλα.

Μουσικά, έγιναν όλων των ειδών τα λάθη. Και έτσι μάθαμε πολλά. Γιατί αν δεν κάνεις λάθη, δεν μαθαίνεις. Και ενώ κανείς δεν περίμενε να αναστατώσουμε τα μουσικά δρώμενα της πατρίδας με τις δημιουργίες μας, εμείς, αδιαφορώντας για την οποιαδήποτε μουσική εξέλιξη, συνεχίσαμε να κάνουμε το κέφι μας παίζοντας τη μουσική μας.

Το μόνο που θα ήθελα να δώ, είναι να γίνει μια έκδοση των ποιημάτων του φίλου Μάκη απο την Καβάλα, ο οποίος είναι πράγματι καταπληκτικό ποιητικό ταλέντο. Και να περάσει με επιτυχία ο φίλος Θανάσης απο τα Πετράλωνα, τον Ατλαντικό, ξεκινώντας απο τις Μπαχάμες με ιστιοφόρο. Κατα τα άλλα, θα ήθελα ολόψυχα να ευχαριστήσω όλα τα παιδιά για το υπέροχο Ταξίδι στην Ιθάκη. Για κείνους που μετα τις σπουδές τους επέστρεψαν στην Ελλάδα, να ευχηθώ καλή επιτυχία. Επιλέγω και μερικά ακούσματα απο μια μουσική μας ηχογράφηση.

-------------------------------------------
Δεν απεικονίζομαι στη φωτογραφία των παιδιών του συγκροτήματος. Το site φτιάχτηκε αργότερα, όταν το μουσικό σχήμα ήταν πλέον διαφορετικό. Μια μέρα, θα ανανεώσουμε την ιστοσελίδα με αναφορά σε όλα τα παιδιά που πέρασαν απο το συγκρότημα. Και ειναι πολλά.

Στίχοι, μουσική: Mάκης Εμμανουηλίδης
Τραγούδι: Θανάσης, Νεκταρία
Journey to Ithaca
All rights reserved

Thursday, March 19, 2009

Amerika

Χαμένη στην ομίχλη, μελαγχολική και μυστηριώδης, η μεγάλη χώρα χάνεται στο βάθος του ορίζοντα. Αυτή την είκόνα αντίκρυσαν για χρόνια οι νιόφερτοι του Νέου Κόσμου, πριν ξεκινήσουν μια νέα ζωή. Για πολλούς, είναι απλά μια ιδέα, ένας χώρος που χωράνε όλοι, ένας τόπος για να ανήκεις, όταν όλοι οι άλλοι τόποι έχουν τελειώσει. Γιατί είναι ωραίο να ξέρεις πως ανήκεις κάπου. Πολλοί άνθρωποι δεν ανήκουν πουθενά.

Δεν είναι ο τέλειος κόσμος, είναι όμως ένας κόσμος αληθινός. Θα μπορούσε να τον παρομοιάσει κανείς με ένα καράβι που χτίστηκε να ταξιδεύει, να ψάχνει νέους ορίζοντες, να ανακαλύπτει συνεχώς. Να ρισκάρει στα κύματα ενός άγνωστου κόσμου, να χώνει τη μύτη της παντού, παλεύοντας με ανέμους και κύματα, πέφτοντας σε ξέρες, ενίοτε παθαίνοντας μεγάλες καταστροφές, αλλά πάντα συνεχίζοντας με ορμή, ενέργεια και περιέργεια. Υπάρχουν κι άλλα καράβια που μένουν στο λιμάνι, και είναι ασφαλή. Τούτο, επέλεξε να ταξιδέψει.

Πολλοί διατείνουν πως τη μισούν, γιατί αντιπροσωπεύει έναν κόσμο άδικο, άπληστο, που οι ίδιοι δεν θάθελαν να ζήσουν. Κάποια ανωμαλία στην ανθρώπινη ιστορία και εμπειρία. Δεν συμφωνώ, αλλά δεν έχει σημασία. Πιστεύω όμως, πως αν όλοι οι κόσμοι κάποτε χαθούν και μείνει μόνον η Ιστορία, τούτο το μέρος θα το θυμούνται για κάτι πολύ απλό κι βαθιά ανθρώπινο – την Ελπίδα.

------------------------------------------
Picture by Locus Publicus, free for public use
New York City

------------------------------------------

Wednesday, March 18, 2009

Γεννητούρια στη Σκουφά

«... Η ΛΑΒΑ της κοινωνικής εξέγερσης εξαπλώνεται και πυρπολεί τα στηρίγματα και τα σύμβολα της εξουσίας και των αφεντάδων. Συγκρούσεις με τα ΜΑΤ (...). Περικυκλώσεις και επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα σε όλη την Ελλάδα. Καίγονται τράπεζες και πολυεθνικές εταιρείες (...). Εκατοντάδες προσαγωγές. Προφυλακίσεις. Η εξέγερση είναι εδώ... Αν πλήξουμε το ίδιο το νόημα της ύπαρξής τους, την Κατανάλωση...το ισχυρότερο στήριγμα του εμπορευματικού καθεστώτος, τη μεσαία τάξη, τους δολαριόφρονες. Πώς θα τους χτυπήσουμε; Καταστρέφοντας συστηματικά το ναό του θεοποιημένου εμπορεύματος: την Αγορά.»

Και ενώ βρίσκομαι συνειδητά σε έναν αγώνα δρόμου προσπαθώντας να κατανοήσω καλύτερα τον κόσμο γύρω μου, έχοντας ξανασυλλέξει τα κλασσικά κείμενα οικονομολόγων, ανθρωπιστών, φιλοσόφων και ιστορικών, ξαφνικά πληροφορούμαι πως στην πατρίδα γεννήθηκε καινούργιο λαϊκιστικό τερατάκι. Κυοφορείται προφανώς απο τις 6 Δεκεμβρίου, και τελευταία, έκανε τα πρώτα του μπαχαλάκικα βήματα στο Κολωνάκι. Μετά απο μια περίοδο προπόνησης και ιδεολογικού Πολποτισμού, το τερατάκι άνοιξε φτερά. Εχει αρχίσει μάλιστα και εναν καινουργιο ιδεολογικό αγώνα. Τον αγώνα για την κατάργηση της Αγοράς!

Το τηλεκατευθυνόμενο και εκνευριστικό λαϊκιστικό τερατάκι, έρπεται στους δρόμους της πατρίδας και καταστρέφει περιουσίες και αξιοπρέπειες. Εχει ιστορική αντίληψη του τι ζητάει; Οχι, δεν του χρειάζεται, αρκεί που δεν γουστάρει Αγορές. Πρίν ακόμα προλάβει να μάθει ποιά ειναι η διαφορά ανάμεσα στον Λαζόπουλο και τον Καποδίστρια, τον Καρβέλα και τον Μάνο Χατζηδάκι, τον Μάρξ και τον Κeynes, πριν ακόμα μελετήσει και νοιώσει έστω και μία διάσταση και ερμηνεία της Ιστορίας, ή αποκτήσει λίγη πείρα απο τη ζωή, το πολποτικό ανήλικο τερατάκι έχει πολιτικές απαιτήσεις και κάνει τρομοκρατικό αγώνα με βαριοπούλες. Θέλει την κατάργηση της Αγοράς, ενός απο τα πρώτα ανθρώπινα δημιουργήματα (μέσα στο οποίο πουλήθηκε και το αρχαιότερο επάγγελμα). Και απειλεί, καταστρέφει και τρομοκρατεί.

Πάνω στην ανέχεια (ακόμα) ενός ολόκληρου λαού, το καμποτζιανό ρομποτάκι της παπαγαλίας, της αμάθειας και του θράσους, γαλουχημένο μέσα απο σχολικές καταλήψεις, την αλητεία των γηπέδων, την κομματική παραπληροφόρηση των κομπλεξικών του χορηγών, τον άκρατο αμοραλισμό του Λαϊκισμού, και την ανοχή των γονιών του, ξεκινάει λέει, αγώνα κατα της Αγοράς. Εχει όπλα, βαριοπούλες, Ασυλο και σπόνσορες. Και τώρα θέλει θύματα.

Μπά, δεν πιστεύω πως το καλαμπούρι θα τραβήξει και πολύ. Πολλά ψήνονται, υποβόσκουν και περιμένουν. Και η Ιστορία που αμείλικτα αλέθει, καλεί σιγα σιγά τώρα και την Ελλάδα, να εισέλθει στο τελευταίο στάδιο της παρακμής της, όπου θα ξεκαθαρίσει τα προβλήματά της με τους ανόητους καμποτζιανούς στρατιωτίσκους και τους στρατηγούς τους. Με τον γνωστό, επίκαιρο και αποτελεσματικό δαρβινιστικό της τρόπο. Τη μέθοδο της Βίας. Προετοιμαστείτε. Η καταιγίδα έρχεται. Τα σημάδια είναι παντού.

Monday, March 16, 2009

Κάθε Φερράρι και καημός

Και ενώ γίνεται χαλασμός Κυρίου σε παγκόσμιο οικονομικό επίπεδο, ενώ η μία μετά την άλλη οι εταιρείες κλείνουν, συγχωνεύονται και απολύουν, ενώ κράτη και οικονομικοί κολοσσοί καταρρέουν, έλαβα την Κυριακή μια πρόσκληση για να παρευρεθώ στην έναρξη μιας αντιπροσωπείας Φερράρι!

Μέσα σε μια πανηγυριώτικη ατμόσφαιρα, με πολύχρωμα μπαλόνια, κομφετί και εναν υπέροχο Μεξικανικό μπουφέ, σαράντα (40) απαστράπτουσες Φερράρι, ξεφορτώθηκαν στο χώρο της αντιπροσωπείας και μοιράστηκαν στο καλογυαλισμένο σαλόνι. Μέση τιμή, 250 χιλιάδες δολλάρια.

Ο περίεργος (και ωραίος ιδιοκτήτης) που έχει επίσης σπουδάσει μουσική στο Berklee School of Music, με πληροφόρησε πως εκτός απο τις Φερράρι, μόλις τέλειωσε και την ηχογράφηση της καινούργιας του ροκιάς. Μου έδωσε μάλιστα και τιμητικά ένα υπογεγραμμένο cdάκι. Ο τίτλος, "Χαμηλές Προσδοκίες". "Aπαισιόδοξος τίτλος" παρατήρησα. "Ναι" μου απάντησε χαμογελώντας. "Πάει με τους καιρούς μας..."

Πλούσιος σίγουρα, εκκεντρικός και κομπλεξικός όχι, ο κ. Μπόκ έχει ενα πραγματικό ενδιαφέρον για τη μουσική. Εχει επενδύσει εκατομμύρια απο τα δικά του χρήματα για τη δημιουργία ενός οργανισμού που προάγει τη μουσική. Αποτελεί μέρος μιας κουλτούρας (κυρίως αμερικανικής), που θέλει τους επιχειρηματίες να έχουν μια ενεργή συμμετοχή στα διάφορα προβλήματα της ευρύτερης κοινωνίας. Γιατί οι επιχειρηματίες, πράγματι, μπορούν να παίξουν πολλούς και παραγωγικούς ρόλους σε μια κοινωνία.

Απο τη συνάντηση, έφυγα κερδισμένος. Δεν θα αγοράσω Φερράρι (και ούτε ενδιαφέρομαι), τον έπεισα όμως να χρηματοδοτήσει ένα μουσικό κέντρο στο σχολείο που πηγαίνουν τα παιδιά μου.

Τον ευχαριστώ.

------------------------------------

Κάνετε κλίκ το κουτάκι «Νew Video» για να ακούσετε τη ροκιά.

Καλή εβδομάδα:)

Thursday, March 12, 2009

Christie

Η φίλη Christie ειναι Αρμένισσα. Τα ελληνικά είναι μια μακρινή της γλώσσα. Καθοδόν προς τη μεγάλη χώρα, η ζωή την ξέβρασε για λίγο και στον τόπο μας. Με συνοδεία μιας κιθάρας και πιάνου, σαν την παραδίδω προς ακρόαση. Απο μια δοκιμαστική ηχογράφηση.

Την ευχαριστώ για την τιμή.
---------------------------------------------
Picture by Locus Publicus, free for public use
Road to Budha - Kyoto, Japan

---------------------------------------------

Tuesday, March 10, 2009

Επιτέλους Κινητροδότηση Δεξιοτήτων

Kρατάω την ανάσα μου, φίλοι μπλόγγερς, μέχρι να αποκωδικοποιήσει ο κ. Μπαμπινιώτης όλες τις θέσεις και απόψεις για την Παιδεία. Είμαι απολύτως σίγουρος πως επιτέλους η Παιδεία στην Ελλάδα θα εκτοξευτεί σε επίπεδα υψηλής ποιότητας. Θα χρειαστεί ο άνθρωπος, όπως μάθαμε, ένα εξάμηνο για να δαμάσει την υψηλή συλλογική, αλλά τί να κάνουμε, το καλό το πράγμα αργεί.

Και πως να μην είμαι αισιόδοξος όταν ακούω πως στο νέο σύστημα θα εισαχθεί και Ζώνη Πολιτισμού που θα συνδέσει την Παιδεία με τον Πολιτισμό μας. Ακούγεται πολύ σοβαρό αυτό. Θα φάμε δηλαδή τέτοια αριστερίστικη θολοκουλτούρα και λαϊκισμό στη μάπα που θα μας στεγνώσει ο εγκέφαλος. Ειδικά ο όρος «κινητροδότηση δεξιοτήτων», με το οποίο θα ασχοληθεί επίσης ο μέγας γλωσσολόγος, είναι όλα τα λεφτά. Με άγγιξε βαθύτατα. Το είπε και ο Αρης.

Και μια και ξέρω πως ξεκινάμε απο μηδενική βάση, να συνεισφέρω και γώ τη γνώμη μου. Θα πρότεινα λοιπόν τον όρο «Ξεσκατάρισμα Τοπίου», Landscape Xeskatarisma, στα αγγλικά. Και αναφέρομαι βέβαια στον βόθρο των διαφόρων ΤΕΙ που έχουν γεμίσει τη χώρα με σχολές του χαβαλέ και της σοβιετικής έμπνευσης αντιπαραγωγικής μόρφωσης και θολοκουλτούρας. Καταννοώ βέβαια πως κάθε δήμος και δήμαρχος τα θέλει για την τοπική οικονομία και αγορά. Στις διάφορες τοπικές κοινωνίες της επαρχίας, ειναι το καλύτερο μέρος για καμάκι, λαϊκό μπουζουκοξεφάντωμα και σφηνάκια. Εχω φίλους που βιοπορίζονται απο αυτό το μοντέλο, και δεν το αλλάζουν με τίποτα. Δεν υπάρχει αντικείμενο σπουδών, ούτε μαθήματα, ούτε προετοιμασία, το κοινό είναι επιπέδου Θώδη, και το όλο περιβάλλον θυμίζει πρωινάδικο και ξεκολιαριλίκι. Το καμάκι όμως, μου λένε, είναι δυνατό. Ακουσα επίσης πως συζητιέται να εξισωθούν τα ΤΕΙ με τα άλλα Πανεπιστήμια. Σοφή σκέψη φίλοι μπλόγγερς. Πώς να φέρω αντιρρήσεις...

Ποιός δεν θα ήθελε για παράδειγμα να σπουδάσει Ιχθυολογία στα ΤΕΙ Μεσολογγίου, περνώντας μερικά δημιουργικά χρόνια επιστημονικής περισυλλογής ενοικιάζοντας ενα υπαίθριο δωματιάκι χωρίς τουαλέτα σε ταράτσα για 500 ευρώ το μήνα; Ποιός θα έχανε την ευκαιρία να κοιμάται κάτω απο κλιματαριά, οσφραινόμενος την αρμύρα της Ιεράς Πόλης της Επανάστασης, μέ άμεση πρόσβαση σε τουλάχιστον 100 μπαράκια και ξενυχτάδικα;

Ποιός δεν θα ήθελε να πάει επιτέλους σε ενα απο τα 35 γεωπονικά τμήματα των ΤΕΙ της χώρας, όπου προετοιμάζονται οι καινούργιες τεχνολογίες του 21 αιώνα; Η στα τρομερής προοπτικής και κατάρτισης τμήματα Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων ή Διοίκησης Eπιχειρήσεων Aγροτικών Προϊόντων και Tροφίμων που απ’ ό,τι ακούω αποκτά η γενέτειρα;

Είμαι ενθουσιασμένος. Η προετοιμασία και στρατηγική αυτής της κυβέρνησης για την Παιδεία, είναι τόσο εντυπωσιακή, φίλοι μπλόγγερς, που για να σας δώσω ένα παράδειγμα, πρίν λίγους μήνες, ήρθε και στη γενέτειρα ο κ. Στυλιανίδης, και ανακοίνωσε την ίδρυση νέου Πανεπιστημίου. Ενθουσιάστηκαν και οι ντόπιοι (καλά έκαναν οι άνθρωποι), αλλά μετα λίγες μέρες, παρά τις βαρύγδουπες ανακοινώσεις, ο υπουργός δεν θυμότανε ακριβώς τί ήτανε στο σχέδιο του νέου πανεπιστημίου (τόσο προχωρημένη ήταν η μελέτη), και δεν ήταν σίγουρος σε ποιά πόλη ακριβώς θα το έχτιζε. Ετσι το Πανεπιστήμιο Αγρινίου έγινε Πανεπιστήμιο Δυτικής Ελλάδας χωρίς έδρα, ο ίδιος δεν περνάει πια απο την πόλη, και η όλη υπόθεση αναμένει Ξεσκατάρισμα.

Ακούω πως τσακώνονται και για τη Βάση. Σωστό. Οταν η βάση ηταν 5, δούλευαν όλα τα μπαράκια. Οταν έγινε δέκα, έσπασε η κίνηση, και τα δωμάτια κάτω απο τις κλιματαριές μένουν ξενοικίαστα. Να καταργηθεί λοιπόν και η Βάση. Ολοι μέσα. Και μην ξεχνάμε και το πατροπαράδοτο Ασυλο. Στα ΤΕΙ της γενέτειρας, οι ψαράδες απευθύνονται πιά στους φοιτητές για βελτιωμένους δυναμίτες για ψάρεμα. To σύστημα δουλεύει.

Επιτέλους λοιπόν, θα γίνει κινητροδότηση δεξιοτήτων. Κύριε Μπαμπινιώτη, πάρε το θέμα πάνω σου...

* Στην ανακοίνωση βέβαια, δεν έγινε καμμία αναφορά για σύνδεση με την Αγορά. Επουσιώδη θέματα για τους λαϊκιστές κυβερνώντες..

Thursday, March 5, 2009

O Δράκος της Μακρυνούς

Μπήκε τρέχοντας και αγκομαχώντας στο σπίτι. Με το πρόσωπο χλωμό, έτρεχε ο ιδρώτας ακολουθώντας τις ρυτίδες. «Κυρ Αλέξη... πάρε το παιδί και φύγε... έρχονται....θα σκοτώσουν το παιδί... θα κάψουνε το σπίτι...»

Τινάχτηκε όρθιος ο κυρ Αλέξης, χλώμιασε και ένοιωσε μια τρεμούλα να τον κυριεύει. «Ποιός μωρέ έρχεται... ποιός θα μου σκοτώσει το παιδί...»

«Ο Μάρκος ο Τσιτσέλης... είναι στο δρόμο...φύγε κυρ Αλέξη, σώσε το παιδί...»
«Φάνη, είσαι σίγουρος.. ξέρεις τί λές;»
«Φύγε κυρ Αλέξη... σε παρακαλώ... φύγε τώρα...»

Τράβηξε το παιδί ο κυρ Αλέξης αγκαλιά, δεκαεπτά χρονών παληκάρι, το αγκάλιασε. «Πάμε αγόρι μου, πάμε για λίγο...». Δεν πρόλαβαν να πάρουν μαζί τους πολλά ρούχα. Ο,τι βρήκαν στο δρόμο τους. Και ξεχύθηκαν στην ήσυχη νύχτα, στο χωματόδρομο που ανέβαινε προς το βουνό. Την Ανω Μακρυνού. Είχε κρύο η βραδιά, ακουγόνταν μονάχα λίγα μοναχικά πουλιά να κράζουν μακρινά στο διάβα τους. Σκοτάδι. Σκόνταφταν που και πού σε πέτρες, αλλά ήξεραν το δρόμο της ανηφοριάς. Θα σταματούσαν στη βρύση για νερό. Και μετά, σε κάτι συγγενείς. Δυό ώρες δρόμο.

Οι άντρες φάνηκαν μετά απο ώρα. Με άλογα. Στάθηκαν για λίγο στη εξώπορτα κοιτώντας το πέτρινο σπίτι με τις κλιματαριές. Το πορτάκι άνοιξε έυκολα. Το πέτρινο σπίτι ήταν σκοτεινό. Οι ένοικοι είχαν φύγει.

Κάποιος χτύπησε την πόρτα μ' ένα λοστάρι. Δυνατά. Σχεδόν σάπια η πόρτα, υποχώρησε γρήγορα. Μύριζε ακόμα η ζέστα των ξύλων καθώς μπήκαν στο σπίτι. Σκόρπια τα μισοαναμμένα κάρβουνα στο τζάκι. Ανοιχτό το παράθυρο για να φεύγει ο καπνός. Σκάλισε o άντρας λίγο τη φωτιά και τη δυνάμωσε φυσώντας. Εριξε κι άλλα ξύλα στη φωτιά. Το τζακι φούντωσε και πάλι.

Οι άλλοι δύο της παρέας, παραβίασαν την αποθήκη. Ηταν γεμάτη λάδια, μπαχαρικά, ξηρούς καρπούς, ρύζια, φασόλια, τρόφιμα.
Ο κυρ Αλέξης είχε κλείσει πριν λίγο καιρό το μικρό του μπακάλικο και μετέφερε εδώ όλο του το βιός. Είχε φαγητό για μήνες, ίσως χρόνια, έλεγαν πολλοί, και το κλείδωνε καλά στην αποθήκη. Ηταν οι καιροί δύσκολοι. Λίγο το φαί, λίγο το λάδι...

Αδειασαν την αποθήκη. Μετέφεραν τα κουτιά με τις κονσέρβες, τα λάδια, τις φακές, τα φασόλια, σ΄ενα μικρό κάρο που είχαν στο χώρο της αυλής. Ο,τι βρήκαν το πήραν. Και κρασί. Κόκκινο, παλιό κρασί, τριών χρόνων βαρέλια. Τα πήραν όλα. Εψαξαν κατόπιν το σπίτι, σπιθαμή προς σπιθαμή. Βρήκαν κάτι λίγα κατοχικά λεφτά, πολύ λίγα, κι άχρηστα. Μονάχα σ’ ένα σεντούκι, κάτι ασημικά. Παίρνοντας κατόπιν φωτιά απ' το τζάκι, άναψαν τις κουρτίνες, τις κουβέρτες και τα κρεβάτια. Φούντωσε ξαφνικά το σπίτι απο καπνό, έγινε ένα αλλόκοτο ξαφνικό φώς, πετάχτηκε η φωτιά και έλαμψε τα πάντα.

Τα άλογα είχαν αρχίσει να φοβούνται. Τράβηξαν το κάρο σιγά σιγά στο δρόμο και στάθηκαν στιγμιαία να κοιτάξουν το σπίτι. Βούλιαξε η στέγη ξαφνικά, μ’ ένα κρότο δυνατό, οι διαβρωμένες πόρτες ξεκόλλησαν απο τους μεντεσέδες και σκορπίστηκαν καρβουνιάσμένες στην αυλή. Φωτιά παντού, μέ μια βοή που τρόμαζε, τη βοή του θανάτου. «Πάμε, θα καεί μόνο του...»

Αλλόκοτη μορφή ο Καπετάν Δράκος. Απαρνήθηκε το όνομά του, Μάρκος Τσιτσέλης, και βγήκε στο βουνό. Κάποιος γερμανός, λένε, τον χτύπησε μια μέρα στο δρόμο. Εκείνος σηκώθηκε όρθιος, και τον σκότωσε με τα δυό του χέρια. Τον αποτελείωσε στο περβάζι του σπιτιού του, εκδίκηση για την προσβολή, μπροστά στους ασβεστωμένους βασιλικούς. Και σαν συνήλθε απ’ αυτό πούκανε, έκλαψε σαν μωρό παιδί. Και μετά έφυγε. Λίγους μήνες αργότερα, βρέθηκε με τους αντάρτες στα ορεινά του Θέρμου, και χάθηκε για μήνες στο βουνό.

Για το φονικό αυτό, οι Γερμανοί, σκότωσαν δέκα στο χωριό. Ο κύριος Γιώργος, ο πιο πλούσιος γεωκτήμονας της περιοχής, δεν μπόρεσε να τους εμποδίσει. Αυτή τη φορά δεν του κάνανε τη χάρη. Παλιότερα δέχονταν οι κατακτητές μπαξίσια, δώρα, λάδι και κρασί. Τουτη όμως τη φορά, τίποτα. Η εκτέλεση έγινε στο προαύλιο του Αη Γιώργη. Χτύπησε η καμπάνα λυπητερά. Το χωριό πάγωσε. Ο κυρ. Γιώργος, αποτραβήχτηκε στο γραφείο του, φίλησε την εικόνα της Παναγίας, και έγειρε στον καναπέ του. Ηθελε να κλάψει. Μόνος του...

Ο κυρ Αλέξης έχασε το βιός του, αλλα μοιράστηκε το φαγητό με τους φτωχούς του συγγενείς. Το παιδί μονάχα ήθελε φαγητό. Δεκαεπτά χρονών παληκάρι, πως θα δύνάμωνε, πώς θα αντριωνόταν. Στα ορεινά του χωριού, οι ντόπιοι μιλούσαν για τους αντάρτες. Ηταν εκεί, λέγανε, στο μοναστήρι της Φανερωμένης που τόχαν οχυρώσει σαν στρατόπεδο και ζούσανε με φρουρές και περιπολίες. Απο τα ψηλά της Μακρυνούς, το ψηλότερο χωριό στις παρυφές της Τριχωνίδας, έβλεπαν όλο τον κάμπο. Τη λίμνη, τα χωράφια, τις κινήσεις των Γερμανών.

«Ο Καπετάν Δράκος έκαψε το σπίτι μας... Πήρε τα φαγητά μας απο τις αποθήκες... Νάναι καλά ο Φάνης που μας ειδοποίησε...» Τα λόγια του πατέρα καρφώθηκαν βαθιά στη καρδιά του μικρού. Φοβόταν... Ενοιωσε τον μικρό του κόσμο να καταρρέει. Αν τον έβρισκε ο Καπετάν Δράκος, θα τον σκότωνε. Γιατί όμως; Δεν το καταλάβαινε. «Εχει σκοτώσει κι άλλους. Οταν κατεβαίνουν στα χωριά για πλιάτσικο, σκοτώνουν όποιον βρούν. Αγρίμια του βουνού...»

Στη βρύση της Μακρινούς, μαζεύονταν συχνά γυναίκες και παιδιά για νερό. Ηταν τόπος συνάντησης και βόλτας. Ηταν σκληρά τα χρόνια της ανέχειας, κάπου μακριά τους συνέχιζε κι ο πόλεμος που εδώ είχε χαθεί. Δεν υπήρχαν πολλά να πούν για τώρα, όλα τα όνειρα ήταν για μετά τον πόλεμο. Ολα θα γινόντουσαν μετά. Θα ξαναπήγαιναν στο σχολείο, θα αποκτούσαν ρούχα κι αληθινά παπούτσια. Ισως και μια αγάπη. Στην Ανω Μακρυνού; Δύσκολο. Εδώ η αγάπη έχει πεθάνει προ πολλού. Εμενε μόνον ο φόβος και ο μακρινός πόλεμος.

Κάτι άλογα ακούστηκαν στα κοντινά του δέντρα. Ο μικρός στέκοταν κοντά στη βρύση όταν άκουσε κάτι αντρικές φωνές. Πάγωσε. Στάθηκε για λίγο να αφουγκραστεί την καρδιά του που χτύπαγε ξαφνικά με δύναμη. Κοίταξε γύρω του, ψάχνοντας το δρόμο. Τι γινόταν θεέ μου, ποιός έρχεται; Απο τις φυλωσιές του δάσους, φάνηκε καθαρά η σιλουέτα ενός αλόγου. Κι ενας καβαλλάρης... Είχε γένια, μπότες και τον κοιτούσε απο μακριά. Ο Καπετάν Δράκος!

Ο καπετάν Δράκος! Γιά κείνον έρχονταν. Να τον σκοτώσει. Θάχε μαζί του μαχαίρι και όπλο. Θα τον έσφαζε σαν αρνί δίπλα στα νερά της βρύσης... Προσπάθησε να σηκωθεί, καθώς ο καβαλάρης άρχισε αργά να τον πλησιάζει... Ενοιωσε ένα μούδιασμα στο κορμί του, μια παράλυση. Ηταν ο φόβος. Το μυαλό του σταμάτησε να λειτουργεί. Κοιτούσε μονάχα τον άντρα που τον πλησίαζε. Μια τελευταία προσπάθεια να σηκωθεί... Ενοιωσε να παραλύει. Κατουριόντανε... Ο καβαλάρης πλησίασε ακόμα λίγο, και σταμάτησε λίγα μέτρα μακριά του. Με μια γρήγορη κίνηση, κατέβηκε απο το άλογο.

Ναί, είχε μαχαίρι και όπλο. Και φαινόταν βλοσυρός και θυμωμένος. Αγρίμι του βουνού. Ο μικρός αρχισε να τρέμει, και καθώς ήταν μισοόρθιος, ένοιωσε τα γόνατά του να υποχωρούν. Τα πόδια του δεν τον κρατούσαν. Φοβόταν....Ο καβαλάρης στάθηκε απέναντί του. Φαινόταν τερατώδης. Κουλουριάστηκε ο μικρός στο έδαφος, έβαλε τα χέρια του στο πρόσωπο, μάζεψε το κορμί του όσο μπορούσε. Ο καπετάν Δράκος θα τον σκότωνε. Ενοιωσε πως τον είδε να βγάζει το τρομερό μαχαίρι του. Aρχισε να κλαίει....

Σαν σε όνειρο θυμάται, πως πέρασαν κάμποσα λεπτά χωρίς να γίνει τίποτα. Ο καβαλάρης τον κοιτούσε ακόμα.. Το παιδί ένοιωσε να συνηθίζει λίγο στο φόβο, τόλμησε να ανοίξει λίγο τα χέρια του για να να μπορέσει να κοιτάξει. Αντίκρυσε τον Καπετάν Δράκο, τον άνθρωπο που του έκαψε το σπίτι, να τον κοιτάει με επιμονή. Αλλά μαχαίρι δεν είχε. Κάτι κρατούσε στο χέρι του, και του το έδινε. Ο μικρός δεν μπορούσε να κινηθεί απ’ το φόβο. Τρέμοντας σαν ψάρι, περίμενε το θάνατό του. Εσκυψε τότε κι ο Καπετάν Δράκος άπλωσε το χέρι του και του άγγιξε το κεφάλι. Αργά, ήρεμα, σχεδόν στοργικά. Μετά σηκώθηκε, και άφησε κάτι δίπλα του. Ενα κουτί. Και αφού τον κοίταξε για λίγα ακόμα δευτερόλεπτα, του γύρισε την πλάτη και κατευθύνθηκε ξανά προς το άλογο. Και χάθηκε με μια φωνή στο δάσος. Ακούστηκαν κι άλλοι που τον ακολουθούσαν...

Ο κυρ Αλέξης πέθανε στους επόμενους μήνες. Απο φυματίωση. Και τον μικρό, το γιό του, τον έσυραν οι συγγενείς στον κυρ. Γιώργη, τον πλούσιο γεωκτήμονα. Ο αφέντης του χωριού, τον δέχτηκε στο σπίτι του. Τον πέρασε σ’ ένα γραφείο μ’ αρμένικα χαλιά και δερμάτινους καναπέδες. Εκλεισε τα ξώφυλλα και κάθισε απέναντί του. Ηταν ντυμένος αρχοντικά, με παπούτσια γυαλισμένα. Τούριξε μια ματιά αετίσια, τον «μέτρησε», του πρόσφερε γλυκό και σπιτίσιο βύσσινο.

«Πως σε λένε νεαρέ μου;»
«Μπαρχαμπά, κύριε... Μπαρχαμπά με λένε».

Tούγνεψε να τον ακολουθήσει. Κατέβηκαν τίς πίσω σκάλες του σπιτιού, και μέσα απο μια αυλή βουτηγμένη στα λουλούδια, τις πορτοκαλιές και τα νεράτζια, μπήκαν σ’ ένα άλλο δεύτερο σπίτι. Το σπίτι των υπηρετών. Κατέβηκαν στο υπόγειο, και περπάτησαν εναν χώρο που φάνταζε τεράστιος. Τα κελλάρια. Παντού, αριστερά και δεξιά, κρασοβάρελα, λάδια και ξύλινες ντουλάπες. Στο τέλος του διαδρόμου, ένα μικρό δωματιάκι. Στο στρωμμένο κρεβάτι, μερικά σιδερωμένα ρούχα, πουκάμισα, παντελόνια, πετσέτες. Στο δάπεδο, ένα ζευγάρι παπούτσια.

«Θα μείνεις μαζί μας Μπαρχαμπά. Μέχρι να φτιαχτεί το καινούργιο σπίτι.»
«Μάλιστα κύριε...»

«Θα μάθεις γράμματα, την Κυριακή θα δείς τον δάσκαλο.»
«Μάλιστα κύριε...»

Η Ανθή, η παραδουλεύτρα, φάνηκε στην πόρτα με μια κατσαρόλα. Αχνιζε μέσα της η ψαρόσουπα, με καρότα, σέληνα και πατάτες, μια αληθινή ψαρόσουπα! Θεέ μου, τί κόσμος είναι αυτός; Τέλειωσε ο πόλεμος;

Καθισαν στο τραπέζι. Η ψαρόσουπα και το άσπρο κρασί, ήταν δώρο θεού. Ο κυρ Γιώργης μιλούσε αργά, και με ολοκληρες προτάσεις. Σαν δάσκαλος. Του μίλησε για τα μέτωπα, τη Γερμανία που θάχανε τον πόλεμο. Για τον κόσμο που θα ξαναγεννηθεί μέσα απο τις στάχτες. Τούπε πολλά. Και καθώς ο πάγος άρχισε να λειώνει, ο Μπαρχαμπάς κοιτώντας ντροπαλά το πάτωμα, τόλμησε την ερώτηση.

«Ποιός μας έκαψε το σπίτι αφέντη;»
«Οχι τώρα Μπαρχαμπά, άσε να περάσει ο πόλεμος...»

«Κυρ Γιώργο...»
«Ελα Μπαρχαμπά...»
«Δεν ήταν πάντως ο Καπετάν Δράκος, ήταν;»

Αργή και διστακτική η απόκριση.
«Οχι Μπαρχαμπά, δεν ήτανε ο Μάρκος...»
«Το ήξερα...»

«Πώς τόξερες ρε Μπαρχαμπά;»
«Ηρθε και με βρήκε... στη βρύση...»

Και ξεστομισε τότε ο ταπεινός Μπαρχαμπάς την τρομερή συνάντηση με το αγρίμι του βουνού. Τον φόβο που ένοιωσε, τα πόδια που λυγίσαν.

«Και τί είχε ρε Μπαρχαμπά μέσα το κουτί που σούδωσε ο Μάρκος;»
«Σοκολάτες κυρ Γιώργη... Ενα κουτί με σοκολάτες...»

Ο Μάρκος o Τσιτσέλης, ο τρομερός Καπετάν Δράκος, χάθηκε για πάντα. Μερικοί είπαν πως πέθανε στα βουνά της Μακρυνούς, σε κάποια γερμανική ενέδρα. Αλλοι είπαν πως αρρώστηκε, πως γλίστρησε και έπεσε στο φαράγγι, πως πέρασε στην παγωμένη Ρωσία όπου και χάθηκε για πάντα με τους συντρόφους του. Κανείς δεν τον ξανάδε ποτέ. Στα χωρια του Θέρμου, στα Σταράλωνα, στην Ανω Μακρυνού, μερικές ιστορίες του μένουν ακόμα ζωντανές. Εφυγαν οι Γερμανοί για τη Γερμανία, έφυγαν κατόπιν και οι Ελληνες για την Αθήνα και τη μετανάστευση. Οι ιστορίες του λαού μας, ιστορίες της ερειπωμένης επαρχίας, χάθηκαν για πάντα, πολλές πριν ακόμα γραφτούν, πρίν κάν ακουστούν. Ποιός να μαζέψει τις αφηγήσεις την Ανω Μακρυνούς...

Μέρες πρίν χαθεί για πάντα, κάποιοι είπαν πως τον είδαν να κατεβαίνει απ’ το βουνό. Ηταν σούρουπο καθώς μπήκε στο χωριό με το άσπρο του άλογο και τις αρματωσιές του. Ακούστηκε καυγάς, φωνές και βρισιές μεγάλες. «Ρουφιάνε... Πρόστυχε...» Και μετά ησυχία. Σαν ξημέρωσε, κάποιος Φάνης, βρέθηκε τσιγκελωμένος ανάποδα, σαν αρνί του Πάσχα, νεκρός, με το αίμα του να ποτίζει τα πλακάκια της αυλής. Ο καπετάν Δράκος τον είχε σκοτώσει. Τοσο άγρια δεν είχε σκοτώσει ούτε τον γερμανό. Αγρίμι του βουνού...

Στην εκκλησία της Κυριακής, ο κυρ Γιώργης έσκυψε ευλαβικά στην εικόνα της Παναγίας. «Ρουφιανιά, Κλεψιά κι’ Εκδίκηση ειναι κακιές Μητριές, Μπαρχαμπά μου. Τις έβαλε κι ο Θεός στις Εντολές Του...»

--------------------------------------------------------
Ανήκω στη γενιά εκείνων που μεγάλωσαν στην επαρχία με παππούδες και γιαγιάδες, και πολλές ιστορίες σκαλίζοντας το τζάκι. Πολύ πρίν την τεχνολογικά ομοιογενή εποχή της τηλεόρασης και του Μπόμπ του Σφουγγαράκη, πολλές αφηγήσεις για τα παιδιά ήτανε ιστορίες του Βουνού και του Πολέμου. Δεν θα κρίνω αν ήταν χειρότερα ή καλύτερα. Ηταν σίγουρα διαφορετικά. Η ιστορία του Δράκου της Ανω Μακρυνούς, χάνεται μέσα στο χρόνο. Αληθινά και φανταστικά στοιχεία είναι αδύνατον πια να ξεμπλεχτούν. Μας μένει μόνον η αφήγηση, η ιστορία. Την άκουσα σε πολλαπλές παραλλαγές. Στο κείμενο αυτό, συνέθεσα μερικές απο τις παραλλαγές αυτές, σε μία ιστορία.Την οφείλω στη γενιά των παππούδων μου.

Χαίρομαι επίσης ιδιαίτερα καθώς βλέπω μια κίνηση στη σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία, που ξεθάβει χαμένες ιστορίες του τόπου μας, ζωσμένες με ντόπιες προφορές και λαογραφίες, και τις λογοτεχνίζει μακρυά απο αυστηρά ιστορικές διαστάσεις, δίνοντάς τους λογοτεχνική αυτοτέλεια και υπόσταση. Αποφάσισα να γράψω αυτό το κείμενο, αφού τέλειωσα ένα καταπληκτικό βιβλίο του είδους. Το Ξέφωτο, της Τατιάνας Αβέρωφ. Το συνιστώ σε όλους.
--------------------------------------------------------

Οι ζωγραφιές κατα σειράν εμφάνισης:

1. Το παιδί με τις τιράντες - Σπύρος Παπαλουκάς, 1925
2. Οπωροπωλείο Απόλλων – Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας 1939
3. Μεγάλη νεκρά φύσις - Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας 1939
4. Ελληνικό Λαϊκό Τραγούδι – Γεράσιμος Στέρης (Σταματελάτος)
5. Μπόρα – Ιωάννης Μυταράκης, 1939
6. Νέοι διασκεδάζουν στο Γαλάτσι – Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης, 1935
7. Αγιοι Σαράντα (τμήμα) – Φώτης Κόντογλου

Sunday, March 1, 2009

Η Ενημέρωση των Oμογενών

Πριν χρόνια, όταν η ελληνικη τηλεόραση είχε ήδη αρχίσει να μπαίνει στις νέες της απελευθερωμένες διαστάσεις, ο σταθμός ΑΝΤ ήταν ο πρώτος που επιχείρησε την δορυφορική του επέκταση προς την Αμερική. Ακούγοντας το νέο, και επιθυμώντας να έχω κάποια σύνδεση με την πατρίδα, τη γλώσσα, την αισθητική της Ελλάδας, αποφάσισα και εγώ να εγκαταστήσω την απαραίτητη δορυφορική σύνδεση που απαιτούνταν. Ηταν ακριβή. Το δορυφορικό «πακέτο» κόστιζε τότε 600 δολλάρια για εγκατάσταση «πιάτου», και κάπου 40 δολλάρια τον μήνα συνδρομή. Με τα πολλά λοιπόν, καταλήγω στον κ. Θανάση, που θα έκανε την εγκατάσταση.

Ο κυρ Θανάσης κατέφτασε στο σπίτι με σκάλες, γεωτρύπανα, και κατσαβίδια όλων των ειδών. Για να περάσει το καλώδιο στο σπίτι, τρύπησε δύο τοίχους. Τελικά, φτάσαμε εκεί που έπρεπε.

- Μεγάλη ζημιά κυρ Θανάση.
- Τι να κάνουμε. Ετσι είναι αυτά τα πράγματα...

Στη συνέχεια, ο κυρ Θανάσης ανέβηκε στη στέγη του σπιτιού να «αξιολογήσει» την κατάσταση. Ασχημα τα νέα.

- Το πιάτο δεν βλέπει τον δορυφόρο. Πρέπει νάναι 110 μοίρες SouthEast, και δεν έχω «φάτσα». Πέφτω πάνω σε δέντρο.
- Και γιατί δεν μου τόπες νωρίτερα, κυρ Θανάση, πριν τρυπήσουμε τους τοίχους;
- Υπάρχει λύση. Να κόψουμε το δέντρο.

Μετά απο διαπραγματεύσεις, σχεδιασμούς, τοπογραφικά και μεγαλειώδεις στρατηγικές, τον έπεισα να «κλαδέψουμε» μόνον το δέντρο.

- Το καλοκαίρι που θα ανθίσει το δέντρο, θάχεις πρόβλημα.
- Θα δούμε, κυρ Θανάση.

Και έτσι, η ελληνική τηλεόραση μπήκε στο σπίτι μου. Θάναι καλό για τα παιδιά, σκέφτηκα, θα ακούνε παιδικές εκπομπές απο Ελλάδα, θα βλέπω και εγώ τα νέα. Ενθουσιασμένος, στήθηκα για να παρακολουθήσω την πρώτη μου εκπομπή. Μικρούτσικος, σε συζήτηση επιπέδου...

- Και δηλαδή, κύριε Νίκο, η γυνάικα σας σας απατούσε αβέρτα κουβέρτα.
- Με τον κουμπάρο, κύριε Αντρέα.
- Για πείτε μας...

Την άλλη μέρα, τα ίδια. Πάλι Μικρούτσικος. Σε καινούργιες αναζητήσεις.

- Πόσα λεφτά δηλαδή σας έφαγε;
- Με ξεπουπούλιασε κύριε Αντρέα.
- Για πείτε μας....

Τρίτη μέρα, Μικρούτσικος και πάλι, αρχίζω να υποψιάζομαι...

- Πώς σας έβαλε στο χέρι δηλαδή;
- Mούκανε μάγια, κύριε Αντρέα.
- Για πείτε μας...

Τηλεφωνώ Ελλάδα.

- Μα καλά, αυτός το τύπος είναι κάθε μέρα στην τηλεόραση;
- Δεν νομίζω, μια φορά την εβδομάδα.
- Εγώ εδώ τον έχω κάθε μέρα.
- Με δορυφορική; Το πρόγραμμα αυτό είναι διαφορετικό. Το προσάρμοσε ο ΑΝΤ για τους ομογενείς μας...

Και είπε ο ΑΝΤ, οι ομογενείς μας είναι στερημένοι απο πατρίδα, θέλουνε Μικρούτσικο. Εχουνε χάσει επεισόδια. Πάρτε τώρα ενα σόλο Μικρούτσικο για να στανιάρετε... Απίθανη «προσαρμογή» προγράμματος.

- Σας έδερνε;
- Πολύ κύριε Αντρέα, και μετά ήθελε και σέξ.
- Για πείτε μας...

Και έτσι, ξαναβγήκαν τα καλώδια, ξαναστοκαρίστηκαν οι τοίχοι, ξηλώθηκαν τα πιάτα και τα υπόλοιπα. Το σύστημα των 600 δολλαρίων κατέληξε στα σκουπίδια. Φούντωσε και το δεντράκι, και έπινα τον καφέ μου άνετα στον κήπο μου.

Αποτοξινώθηκα έτσι απο τον Μικρούτσικο. Πέρασαν χρόνια λοιπόν, ήρεμα κι ευτυχισμένα. Η «ενημέρωση» ξαναμπήκε στο σπίτι μου μέσω Ιντερνετ. Αυτή τη φορά, τουλάχιστον, δεν κλάδεψα δέντρα. Αλλα δεν μπορώ κιόλας να την εκπαραθυρώσω. Στρογγυλοκάθισε στην οθόνη μου,πιεστικά, και με καλεί ηδονικά κάθε βράδυ στην καινούργια τηλεδιασκέδαση του παραθυράτου χαβαλέ, oπου η δημοσιογραφικη σοφία των τηλεδικαστών ενώνεται με διάφορες άλλες ορθολογικές υπερδυνάμεις του καφενείου και της στρούγκας, και παράγει, μέσα απο χαβαλετζίδικες ατάκες, μπηχτές και εξυπνακισμούς, το περίφημο δελτίο της Ενημέρωσης των Οκτώ.

- Εγώ πάντως για 1000 ευρώ δεν πυροβολάω με τίποτα... Να σκοτώσω άνθρωπο;Τους είπα να βάλουν δίχτυ...
- Τί; Δίχτυ; Δεν έχουν οι κρατούμενοι δικαιώματα; Δίχτυα βάζουν στα κοττέτσια. Κοττέτσι είναι ο Κορυδαλλός;

Ωρέ τι έπαθα ο έρμος…

-----------------------------------
Φίλοι μπλόγγερς Καλή Καθαρή Δευτέρα.
Και προσεκτικά στο δρόμο.