Η βαριά καμπάνα της Nieuwe Kerk (Νέα Εκκλησία), ηχεί σε όλη την πόλη καθε ώρα. Κουρδισμένη απο πολλούς αιώνες. Τόπος θρησκευτικής ευλάβειας, και τάφος βασιλιάδων του House of Orange. Θεσπέσιο χειροποίητο αρχιτεκτονικό αριστούργημα του Μεσαίωνα, απο την εποχή που η Ευρώπη κοίτονταν βαθιά στους λοιμούς και τις αρρώστιες, προσπαθώντας απο τα σπάργανα της φτώχειας και του πολέμου, να υψώσει σιγά σιγά τη θαυμάσια ανθρωπιστική κραυγή του Διαφωτισμού.
Μια πόλη γεμάτη ανισόπεδους πλακόστρωτους δρόμους, στενά δρομάκια, και υγρά κανάλια. Η πόλη του Delft. Γεμάτη ποδήλατα, ζωηρά καφενεδάκια, παγκάκια για ερωτευμένους, και μια μυρωδιά αρχαίας μούχλας. Μια απόλυτα φωτογραφική φοιτητούπολη, με Πολυτεχνείο, τάφους ευγενών, στενα τούβλινα σπιτάκια με σοφίτες, μια ζωντανή παράδοση παραγωγής πορσελάνης και έναν δαίδαλο απο κανάλια. Η πόλη του Vermeer. Παράδεισος των ζωγράφων, και της αισθητικής σχολής των Κάτω Χωρών. Με θέματα απο τη ζωή της πόλης, την καθημερινότητα, αλλά και με μηνύματα ηθικής, αυτοσυγκράτησης και ευπρέπειας. Mια πόλη που δεν χορταίνω να επισκέπτομαι, χρόνια μετά τη φυγή μου.
To Delft μπήκε στον εικοστό πρώτο αιώνα, κρατώντας ατόφιο τον Μεσαιωνικό του χαρακτήρα. Το ιστορικό μέρος της πόλης, είναι ένα απέραντο μουσείο με σπίτια του μεσαίωνα, με εκκλησιές αιώνων, με μικρούς πύργους με αμπάρες και σκοτεινά κελλάρια. Σπιτια με κρύπτες στο υπόγειο, βουλιαγμένοι πλακόστρωτοι δρόμοι, ξύλα που τρίζουν. Τοίχοι με τόσες σκαλιστές λεπτομέρειες που καλύπτουν την πορεία μιας ολόκληρης χώρας, τη γέννησή της, τον αγώνα της με το νερό, το φοβερό της παγκόσμιο εμπόριο, τη θρησκευτική της συντηρητικότητα.
Ενας γερμανός σκηνοθέτης, το επέλεξε κάποτε για να γυρίσει μια ταινία του Κόμη Δράκουλα. Στην κεντρική πλατεία, απο τη βαριά κεντρική πόρτα του Δημαρχείου, νύχτα με ομίχλη, σε μια ατμόσφαιρα θλίψης και μεσαιωνισμού, ο πρωταγωνιστής Klaus Kinski, με ξυρισμένο κεφάλι και χλωμό μακιγιάζ, με έκφραση απόκοσμη και νεκρική, τυλιγμένος στη βαριά του μαύρη κάπα, τρύπωσε στη νεκροφόρα άμαξα με τα κουρασμένα άλογα. Η αισθητική του Μεσαιωνισμού, είναι ακόμα ζωντανή σε πολλές πόλεις της Ευρώπης. Το Delft είναι η πρωτεύουσά της.
Στην απεικονιση του πόστ, η Voldergracht. Ενα κοινωνικό, ζωντανό και φωτογραφικό μέρος της πόλης. Το γωνιακό μαγαζάκι με τις σημαίες, είναι ψαράδικο. Ψητές ρέγκες και μυρωδιά λαδιού. Και αντίκρυ του, στο γωνιακό κτίριο με τα άσπρα παράθυρα, στο ισόγειο, το καφενεδάκι της συνάντησης των φίλων της νιότης. Με πίνακες ντόπιων ζωγράφων, δυνατό καφέ για τους αργόσχολους συζητητές της Κυριακής, και κλασσική μουσική για υπόκρουση. Ενα κύτταρο ζωής και ανοιχτής σκέψης. Απο τις μέρες εκείνες της ευρωπαικής εμπειρίας, έμεινε μέσα μου βαθια, η μελαγχολία του Μεσαιωνισμού. Σε αντίθεση με την άλλη αισθητική της μεσογειακής πατρίδας. Εκείνη του Ηλιου και του Φωτός.
Επιζητώ συχνά την απομόνωση σε μέρη με διάφορες διαστάσεις. Στη φωτεινή πατρίδα, στις μεσαιωνικές Κάτω Χώρες, στον απλούστερο και πρακτικό Νέο Κόσμο. Επιζητώ την έξαλλη και ζωντανή κοινωνικότητα της Μεσογείου, με τα φωτεινά τοπία και τη γαλάζια θάλασσα. Επιζητώ όμως και τη μελαγχολικότητα του Μεσαιωνισμού, τα γκρίζα του χρώματα και το βαρύ του ύφος. Και ανάλογα με τον τόπο, νοιώθω να μ’ αγγίζουν άλλες μουσικές, άλλες σκέψεις, άλλες ανάγκες. Είναι ο τρόπος που το περιβάλλον επιδρά πάνω μας και μας εμπνέει. Το Delft είναι μιά δικιά μου πόλη. Της ανήκω και μου ανήκει. Οπως και η Ελλάδα, όπως και ο Νέος Κόσμος. Οπως και άλλα μικρά μέρη με τις δικές τους ιδιαιτερότητες και αισθητικές. Με τη δικιά τους μουσική, αρχιτεκτονική και μυρωδιά. Οπως ο κόσμος όλος.